Εγώ ο φτωχός ο Ποιητής,
ζητιάνος της κουλτούρας έγινα,
ταξιδευτής στης ΄Ανοιξης το γιόμα,
Μέσα από ΄Ερωτες
κι ολόγιομα Φεγγάρια,
αναζητώ,
την ΄Αγια Τράπεζα των Στίχων.
Και, όταν κάποτε την βρω,
μέσα μου,
η θάλασσα γυαλί θα γίνει,
γεμάτη Ομορφάδα.
Στο όνομα της Ποίησης,
οι πένες γράφουν ασταμάτητα,
ποτέ τους δεν σωπαίνουν.
Μέσα από τα χείλη της τα φλογερά
πανώρια τραγούδια βγαίνουν,
και Γαλαξίες Απροσμέτρητοι,
χορεύουν στους ρυθμούς της.
Και, όταν η Μάνα Γη
το σώμα μου αγκαλιάσει,
ελπίζω πως η Ποίηση,
με εκατομμύρια ανθόστιχους,
το σώμα μου θα ράνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου