Όταν κατά Νοτιά μεριά θα φεύγουν τα πουλιά,
πόσο θα τόθελα πολύ αηδόνι να γινόμουν,
στην αγκαλιά μου ολόσφιχτα,
λαβωμένη Αγάπη να κρατήσω...
Και νάναι η Αγάπη τούτη δα,
σαν την ψυχή πουλιού κατατρεγμένη,
που αναπολεί νυχθημερόν καιρούς,
που πήγανε...χαμένοι!
Του χινοπώρου νάναι το ψιχάλισμα,
όπου στο διάβα του χλωρόφυλλα να πέφτουνε,
Οκτώβρη απομεινάρια...
Και η Πονεμένη Αγάπη κούρνιασε
στον κήπο θύμησης παλιάς,
τραγούδι νιότης καρτερόντας,
να ξαναχτίσει θέλοντας φωλιά
στων λειβαδιών τα χόρτα,
και πάνω από Πικροθάλασσες,
ζευγαρωμένη να πετάξει.
Πόσο θα τόθελα να ήμουνα τ' αηδόνι αυτό,
να βάλω στις φτερούγες μου την Πονεμένη Αγάπη,
και να χωθώ ευθύς, στου ονείρου το παλάτι.
Μαθές κατακαημένο μου πουλί, πως στη ζωή,
στον κάθε καημό Αγάπης,
υπάρχει γιά ταίρι του οπωσδήποτε,
άλλος καημός ...Αγάπης!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου