Μικρό κορίτσι με τα μαύρα μάτια
μαλλιά ξέρω τον φόβο που σαν αράχνη γνέθει
το νήμα του σφιχτά στα χέρια στα πόδια στον
λαιμό σαν βγάζει ο ουρανός νύχια γαμψά και με φωτιές
τον ύπνο μας στοιχειώνει Θυμάμαι κάμαρες μ' όλα τα
φώτα τους σβηστά μπλε κόλλες τετραδίου στα παρά-
θυρα κι ένα κερί στη μέση να το κοιτάζουν οι μεγάλοι
σκεφτικοί σαν την ελπίδα που πεθαίνει τελευταία
Θα μεγαλώσεις κι οι δάσκαλοι θα σου τα πουν σ' άλλους
καιρούς καλύτερους της νέας σου πατρίδας
Οι εφιάλτες θα διπλώσουν τα φτερά τις Χίλιες και
μιά Νύχτες πια να ζήσεις κι έτσι ν' ανθίζεις (μ' όλα
τα παιδιά) σαν ακριβό λουλούδι της ερήμου Είθε
λοιπόν τούτα τα λόγια μου να δεις στης γλώσσας σου
ζωγραφισμένα τα πλουμιστά πουλιά και χάρτινα
βαρκάκια που μια φορά κι έναν καιρό στον ουρανό
μ' ανέβαζαν ή πέρα στου Νείλου με φέρναν τα
νερά κει που κοιμούνται οι βασιλιάδες Τούτα τα λό-
για κάποτε να φθάσουν ώς εσένα (τάχα πως έπραξα
κάτι κι εγώ στις ώρες της οδύνης) Μα τώρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου