Ο άνθρωπος που σε κοιτούσε
ήταν ένα περιστέρι,
σε κάθε γωνιά του δρόμου σε περίμενε
κρυμμένος, να αισθανθεί στα μάτια σου
τη φλόγα του Θεού,
να σου συμπαρασταθεί
μ’ ένα φτερούγισμα ειρηνικό αγάπης,
εκεί που ο δικός του κόσμος, σου ήταν ξένος
και η δική σου η ζωή άγνωστη για εκείνον.
Το χαμόγελό σου μία ριπή ανέμου
ξανοίγεται με δυο χρυσές αναλαμπές
στα μονοπάτια του ονείρου,
εσείς κι οι πικραμένες σας στιγμές
σαν άστρα να φεγγοβολάτε πάντα.
Και μες στα χέρια ή τα φτερά σας
εσείς, οι δυο μικροί Θεοί
σφιχτά το νόημα του κόσμου να κρατάτε..
Η μοίρα η απάνθρωπη
με τα ερείπια της φθοράς·
αυτή που περιβάλλει τις ψυχές μας,
με τ’ ουρανού το χρώμα θαμπωμένη
μας αποχαιρετά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου