Σελίδες

Κυριακή 20 Απριλίου 2014

Ευαγόρας Παλληκαρίδης

Εψές πουρνό, μεσάνυχτα, στης φυλακής την μάντρα,

μες στης Κρεμάλας την θελιά σπαρτάραγε ο Βαγόρας.

Σπαρτάρησε, ξεψύχησε, δεν τά ‘κουσε κανένας.

Η μάννα του ήταν μακριά, ο κύρης του δεμένος,

οι νιοί συμμαθητάδες του μαύρ’ όνειρο δεν είδαν

κι η νιά που τον ορμήνευε δεν άκ’ σε νυχτοπούλι.

Εχθές πουρνό, μεσάνυχτα, θάψαν τον Ευαγόρα.

——————————————

Σήμερα Σάββατο ταχιά όλ’ η ζωή σαν πρώτα.

Ετούτος πάει στο μαγαζίν, εκείνος πάει στον κάμπο,

ψηλώνει ο κτίστης εκκλησιά, πανίν απλώνει ο ναύτης

και στο σκολειόν ο μαθητής συλλογισμένος πάει.

Χτυπά κουδούνι, μπαίνουνε στην τάξη του ο καθένας.

Μπαίνουν η πρώτη η άτακτη κι η Τρίτη που διαβάζει

μπαίνει κι η Πέμπτη, αμίλητη, η τάξη του Ευαγόρα.

- Παρόντες όλοι; – Κύριε, ο Ευαγόρας λείπει.

- Παρόντες!!! λέει ο δάσκαλος και με φωνή που τρέμει:

- Σήκω, Ευαγόρα, να μας πεις ελληνική ιστορία.

Ο δίπλα, ο πίσω κι ο μπροστά, βουβοί και δακρυσμένοι,

αναρωτιούνται στην αρχή, ώσπου η σιωπή τους κάμνει

να πέσουν μ’ αναφυλλητό ετούτοι κι όλη η τάξη

- Παλληκαρίδη, άριστα! Ευαγόρα, πάντα πρώτος!

Στους πρώτους πρώτος, άγγελε πατρίδας δοξασμένης,

συ μέχρι χθες της μάνας σου ελπίδα κι αποκούμπι

και του σκολειού μας σήμερα Δευτέρα Παρουσία

———————————————-

Τόπε κι απλώθηκε σιωπή πα στα κλαμένα νιάτα,

που μπρούμυτα σκεπάζανε της τάξης τα θρανία

έξω από ‘κείνο τ’ αδειανό, παντοτεινά γεμάτο!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου