Σελίδες

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2013

Λεξιλάγνα


Την ανέβασε στον άμβωνα
και όντας ο μόνος θεατής
ξεδίπλωσε τα χέρια και τα πόδια του στο χώρο


 Την έβλεπε κάπου ανάμεσα στα χείλη και στα μάτια της
και σκάλωνε η σκέψη του στην αντανάκλαση
που φώτιζε το πρόσωπο
Τα χέρια συγκρατούσαν τον καιρό
που ξέφευγε ανάμεσα στα δάχτυλα


Η νύχτα μες στο στόμα της γλυκό μανταρίνι
ν’ απλώνεται στης γλώσσας της τ’ αυλάκια
Το στρογγυλό του φεγγαριού καρφωμένο
τσιμπίδα στα μαλλιά της


Κι αυτός παρασυρμένος τράβηξε με πάθος
τις αχτίνες αφήνοντας λυτές στη βάση του ορίζοντα
τις μπούκλες της


 Τον αποπλάνησε κοντά στο σούρουπο
Κυλούσε πια μέσα στη μοίρα της στιγμής
ανάμεσα στα πόδια και τα χέρια της παλεύοντας με το νερό
που κάλυπτε το χώρο της ορμής της


 Μια λεξιλάγνα, που ακουμπούσε τις οπλές της
στο βάθος των αισθήσεων
του άμβωνα της φαντασίας του…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου