Α! τσιγγάνα- ψυχή,
συ που φως τ’ ουρανού είχες στη κεφαλή στεφάνι
κι ήσουν γιομάτη φλόγα για ζωή ονειρική,
από τότε που βγήκες για περιπλάνηση και σεργιάνι,
τριγυρνώντας πότε δω πότε κει,
γιατί μαγεύτηκες τόσο απ’ τη γήινη μουσική
που έπαψες πια για τα ύψη να φτεροκοπάς;
Κι αφότου έμαθες μ’ άλλων τραγούδια να χοροπηδάς
άλλων κάνεις πλέον χατίρια….
Μα τέτοιος χορός και ξεφάντωμα πάνω στη γη
πήρε μάκρος πολύ και ξένης ήταν χαράς
οι γιορτές και τα πανηγύρια.
Τα σημάδια του χρόνου φέρνουν χαμπάρι
πώς ήλθε καιρός ν’ αλλάξεις πια της χαμοζωής
τ’ αλλότριο μελωδικό τροπάρι.
Κι ω! τσιγγάνα ψυχή!
Πάρε στα χέρια του νου το βιολί
κι επιτέλους παίξε τραγούδια με της καρδιάς σου το δοξάρι
και χόρευε και πήδα με τον ήχο απ’ τη δική σου μουσική.
Κι αν δεν τη σηκώνει τούτος ο τόπος, τούτη η γη,
αναδιπλώσου και συμμάζεψε τα χαζίρια.
Βγάλε απ’ την καρδιά των ημερών κάθε αγκάθι.
Κι αφού ξεστήσεις απ’ εδώθε τα τσαντίρια,
τα σημάδια σου σκέπασε με στάχτη,
και μια σκούνα αρμάτωσε, γερό σκαρί.
Βάλ’ την ελπίδα στο ψηλό κατάρτι, ν’ ανεμίζει λευκό πανί
κι ας το χτυπάει ο αγέρας κι ας το δέρνει η βροχή.
Θα το λούζει ο ήλιος με φως, ορθό θα το κρατάει κι η ζωή!
Κι όσο οι μέρες θα κυλούν και θα φεύγουν γοργά τρεχαντήρια,
ταξιδεύοντας στη θάλασσα του χρόνου τη μακρινή,
βάλε στ’ αυτιά κερί, ξένη να μη σ’ αγγίζει μουσική
και κάπου αλλού θα σε πάει το κύμα!
Και σα ξεμπαρκάρεις και σε χρυσή πατήσεις αμμουδιά,
στο ρυθμό της μουσικής σου χόρεψε και πήδα ΄
της γης πέταξε τη λερωμένη φορεσιά,
στη μήτρα της ζωής, τη θάλασσα τη γαλανή κολύμπα
και κάτω απ’ τον ουρανό, μη ντραπείς, στήσου γυμνή,
χάδι της αύρας να χορταίνεις λεύτερη και θερμό του ήλιου φιλί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου