Σελίδες

Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2013

Γονικές παρακαταθήκες

Διώχνε τ' άστρα που γέρνουν να φτιάξουν φωλιά στα μαλλιά σου
στη θωριά όντας μόνο τερπνά, κοντινά μας φλογάνε.
Πριν την πεις διάβασέ την γραφτή στο μυαλό τη μιλιά σου,
οι κουβέντες οκνές και μονάχα για όσους γρικάνε.

Πριν του μόχτου το διάβα, στον Πλάστη να πεις «Καλημέρα».
Τροφαντό ή ισχνό το πουγκί μη μετράς μπρος σε άλλους.
Αν στης γνώσης τα ξέφωτα συ πορευτείς παραπέρα
να τιμάς και ποτέ μη κομπάσεις μπροστά σε δασκάλούς.

Δνο μερώνε κοπιάσματα ώσμε να γράψεις το άλφα
κρίνε πόσα λογάκια κι. αγάπη σμιλέψαν το γράμμα.
Κι αν πιο γνώστρα εσύ απ' αυτούς κάνεις πάλι τον κάλφα
με σμαράγδια κοσμείς την ψυχή, την καρδιά με αδάμα.

Προσκυνήτρα να σκύβεις μπροστά στην ανθρώπινη θλίψη.
Της χαράς σου το ξέσπασμα πράο, μεστό ταπεινάδα.
Αν ο πλούτος σε βρει, ο παράς μη σε στείλει στα ύψη
κι αν κρυφό το κρατήσεις τρανή θα φανεί φρονιμάδα.

Αν σ' αγγίξει το χάδι μη βάλεις καρδιάς υποθήκη.
Αν δεχτείς τη βρισιά δυο λεφτά την απόκριση κράτα.
Δικιωμός σου θα γίνει ο χρόνος, δικιά σου κι η νίκη,
σαν ο φταίχτης κρυφά στης ντροπής θα ξακρίσει τη στράτα.

Τις πλανεύτρες της τράπουλας όψες,  μορφές τον διαβόλου
να θαρρείς. Και φτονούν το χαΐρι και σέπουν τα σπλάχνα.
Μ' αν ρισκάρεις, παράκουη, βιος και το χάσεις, διόλου
βαριοκάρδι, στον παίχτη που πλούτισες γέλα και... άχνα.

Δανεισμένη ή δανείστρια ποτέ. Δίνε, δίχως σπατάλη.
Στο σωστό ξοδεμό ο Θεός ευλογάει το γρόσι
Αν δεχτείς απ' τη μοίρα σου σκόρτσο μη γείρεις κεφάλι,
ξαναρχίνα με πείσμα, παιδέψου με πιότερη γνώση.

Σα σταθείς στον καθρέφτη και δεις καλοθώρητη νάσαι,
– σε ροδόκαλες όψες το νύχι του χρόνου μανιάζει –
-τη ρυτίδα φοβέρα στο άψυχο είδωλο άσε,
τη ρικνή μας μορφή της ψυχής η χρυσαύγεια ξομπλιάζει.

Αν ποθείς τ' αψηλά, τελευταίο σκαλί δεν εφτιάχτη,
καθενός η αξία το πάει μια πήχη πιο πάνω.
Την τιμή των γονιών σου να γνέθεις στης μνήμης τ' αδράχτι
όσο ζεις, ιερή αρνησιά στον καιρό το σουλτάνο.

Να γεραίρεις την πάσαν αυγή σαν ξυπνάς κι ανασαίνεις
και ζητώντας τον ήλιο να λες "είμαι εδώ ζωοδότη".
Μη σου φύγει στιγμή, τον ιστό της ζωής να υφαίνεις.
Το χαΐρι της τίμιας δουλειάς είν' ευκή τον Δεσπότη.

Οι ορμήνιες μου όλες ετούτες μονάχες δεν τάζουν
ευτυχιά. Στης κακίας τ' αράθυμο μαύρο ζουλάπι
λίγες στράτες σφαλάν, στην ψυχή μας αν δεν ευωδιάζουν
πασχαλιές, κι ακριβό τζοβαΐρι δε λάμπει η αγάπη.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου