Σελίδες

Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2013

Μεγάλη Πέμπτη Έδραμεν λέγων τοις παράνομοις



Στην Άννα Μέλερ, την Ιωάννα και τον Ιωνά εν τη κοιλία του κήτους
Τω καιρώ εκείνω ήγγιζεν η εορτή των αζύμων
η λεγομένη Πάσχα
Τα έγραψε για Σανατά κι Ιούδα Ισκαριώτη,
ο Λουκάς
και φθάσαν ως τις μέρες μας εσώκλειστα
μες σε γραφεία της αποστροφής μας
να περιμένουν την κλαγγή των τηλεφώνων
όταν εσύ θα πάλλεσαι
ψυχότροφος και καιομένη
μυσταγωγούσα τον Ιουγούρθα
στα στήθη σου

Ενώ εγώ
ημιθανής και απορών στο έπακρο
σε πούρα ενίοτε και άφιλτρα Σαντέ
θα προσπαθώ να επισπεύδω τη μορφή σου:
δυο πόδια πέρα μακριά στα σύνορα
δύο ραφές κι ύστερα τρεις να χάνονται
και πάλι

παρανοϊκός παράνομος φετιχιστής
ως μελλοθάνατος.
–Ποιος τάχα όρισε το πάθος της ποιήσεως;–
Και το περίστροφο σύριζα στον κρόταφο
αγγίζει με τη φλέβα του εγκεφάλου
Η παλλομένη κι εφάπτεται.

Ο δήμιος τραβά τον κέρσορα κι οπλίζει
πάνω στο κούτελο ιδρώτας λιγοστός
Ειν’ η μορφή κι η θύμησή σου
που πονάει.

–Θα την πληρώσεις, πρόσεξε, μου είπαν
Μα δεν άκουσα…
[Ποιος θα νοιαστεί για τον κατάδικο
σε τέτοιες ώρες;]

Η απαλή στην άκρη φλόγα πλησιάζει
αδημονεί να καταλάβει το κρανίο,
μετά την εμπλοκή την πρώτη.

Δια Λαζάρου την έγερσιν Κύριε
το Ωσαννά σοι εκραύγαζον
την ώρα που το πλοίο έλυνε.
Κάποιοι απήγαγον τον Ιησούν,
εμέ καθόλου
και έτυπτον αυτού την κεφαλήν καλάμω
κι ο δήμιος να κοιτά με απληστία
και να οπλίζει πάλι
και ενέπτυον αυτώ και τιθέντες τα γόνατα
προσεκύνουν αυτώ
την ώρα που με σώριαζαν
στα έξι μέτρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου