Περπάταγε προς τη συνωμοσία του χειρουργείου
παράφωνος, ασύμμετρος, ονειροπόλος
ένα πλευρό από την τελευταία θύελλα
στο στήθος του ένας αχανής βυθός
να λάμπουν μέσα τα προγονικά μνήματα
κ’ οι νεκροί που κάθε τόσο τον καλούσαν.
Αν με τριγμούς ανέμου
ανακαλύψουν χαραγμένο
τ’ όνομα στην ωμοπλάτη
και αν στη χαρτογράφηση
σε ιζήματα Ιουρασικά
βρεθούν οστά μαχαιροδόντων
αν υστέρα
αναβλύσει εκ των έσω η κραυγή
«χτίστε παντού μονόδρομους της θλίψης»
ποτέ δεν θα γραφτεί
ούτε πώς είχε δει τον θάνατο
να ιχνηλατεί, να σημαδεύει πόρτες.
Το βλέμμα του όμως
όταν γονάτισε στο θυσιαστήριο
τη νεκρανάσταση
το φλέγον νέφος
εν τω μέσω της νυκτός
αυτά πώς θα τα κρύψουνε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου