στον Ηρακλή Λογοθέτη
Ο πυρετός κι η νύστα
φέρνουν ένα βαπόρι
μέχρι το πορτατίφ.
Την επιστροφή σου στην πρωτεύουσα
θα συνοδεύσει
το επιπόλαιο κρυολόγημα
του Σεπτεμβρίου.
*
Των κουρασμένων βιολιστών
τα χέρια οδηγούνται
σε τεθλασμένες μουσικές
σκοπούς καμπύλους.
Σε τούτη την πανήγυρη που θάλλει
ένα μελαγχολικό, φθηνό
δειγματολόγιο φορεμάτων.
*
Μεγάλες σκιές ορέων που ερωτεύονται
ρόδινοι πεντάγραμμοι ορίζοντες.
Μια υδραντλία που σύλησε
τη γαλήνη του απογεύματος.
*
Προηγούνται στην υποδοχή του θέρους
με καραμούζες, λάβαρα
και σείστρα και ροκάνες
οι πωλητές των παγωτών.
Ο Συμεών ο Κεκαρμένος
ο αναχωρητής των λουτροπόλεων.
*
Κρυμμένα επιμελώς, στο βάθος
της ψάθινης τσάντας
με τ’ αντηλιακά και τα χαπάκια της ναυτίας
ένα δεύτερο εσώρουχο, ένα μικρό καθρεφτάκι
και τα κλειδιά.
Η τρυφερή εξάρτηση
για μια κρυφή
νυχτερινή έξοδο
με μοτοσυκλέτα.
*
Αυτές τις αποσκευές
τη χρωματιστή ομπρέλα, τα κιάλια του
για μια σύντομη μνηστεία κάποιος εγκατέλειψε
μα αναμφιβόλως.
Πίσω απ’ τις ψάθες εκεί του αναψυκτηρίου
ανάμεσα σε εναγκαλισμούς σφοδρούς
σε διαχύσεις
σε φιλιά
την έγνοιαν έχει των αποσκευών.
*
Ως και τώρα που σου τηλεφωνώ
ένας ήρως έρωτος εντός μου…
τώρα που δεν φοριούνται άλλο τα λινά
αυτούς τους έκπτωτους του θέρους
με τα μικρά ονόματά τους προσφώνει
λέγε με απλώς Ιωάννη.
*
Ο τελευταίος μήνας του θέρους
γίνεται πόνος βαθύς σωματικός.
Εδώ χαμηλά-αριστερά
λίγο πιο κάτω
από το πρατήριο των παγωτών.
*
Τα μάτια της, είναι δύο σαφή διαλυτικά
έτσι που με το «γιώτα» της μύτης
αναγράφεται ευκρινώς στο πρόσωπό της
η λέξις «ράϊσμα».
Είναι που έχει αναλάβει προσωπικά
την υπεράσπιση των τελευταίων ημερών
του θέρους.
*
Ο ύπνος τη φέρνει με ψαθάκι.
Λινά υποδήματα, λινή τσάντα.
Με μια ανεπαίσθητη δροσιά
απ’ των κομψών κινήσεών της
το αεράκι.
*
Συννεφιάζει κάτω από την ομπρέλα της
την αποσπά ένας άνεμος
είναι χρεωμένη της επιστροφής
να μπει πάλι στα τακούνια της
πίσω απ’ τον πάγκο.
*
Στη δίπλα κάμαρα κοιμούνται κορίτσια
ως το βάθος του ύπνου τους ανεβαίνει η θάλασσα.
Το πρωί τινάζουν το αλάτι από τα σεντόνια τους.
Ο πυρετός κι η νύστα
φέρνουν ένα βαπόρι
μέχρι το πορτατίφ.
Την επιστροφή σου στην πρωτεύουσα
θα συνοδεύσει
το επιπόλαιο κρυολόγημα
του Σεπτεμβρίου.
*
Των κουρασμένων βιολιστών
τα χέρια οδηγούνται
σε τεθλασμένες μουσικές
σκοπούς καμπύλους.
Σε τούτη την πανήγυρη που θάλλει
ένα μελαγχολικό, φθηνό
δειγματολόγιο φορεμάτων.
*
Μεγάλες σκιές ορέων που ερωτεύονται
ρόδινοι πεντάγραμμοι ορίζοντες.
Μια υδραντλία που σύλησε
τη γαλήνη του απογεύματος.
*
Προηγούνται στην υποδοχή του θέρους
με καραμούζες, λάβαρα
και σείστρα και ροκάνες
οι πωλητές των παγωτών.
Ο Συμεών ο Κεκαρμένος
ο αναχωρητής των λουτροπόλεων.
*
Κρυμμένα επιμελώς, στο βάθος
της ψάθινης τσάντας
με τ’ αντηλιακά και τα χαπάκια της ναυτίας
ένα δεύτερο εσώρουχο, ένα μικρό καθρεφτάκι
και τα κλειδιά.
Η τρυφερή εξάρτηση
για μια κρυφή
νυχτερινή έξοδο
με μοτοσυκλέτα.
*
Αυτές τις αποσκευές
τη χρωματιστή ομπρέλα, τα κιάλια του
για μια σύντομη μνηστεία κάποιος εγκατέλειψε
μα αναμφιβόλως.
Πίσω απ’ τις ψάθες εκεί του αναψυκτηρίου
ανάμεσα σε εναγκαλισμούς σφοδρούς
σε διαχύσεις
σε φιλιά
την έγνοιαν έχει των αποσκευών.
*
Ως και τώρα που σου τηλεφωνώ
ένας ήρως έρωτος εντός μου…
τώρα που δεν φοριούνται άλλο τα λινά
αυτούς τους έκπτωτους του θέρους
με τα μικρά ονόματά τους προσφώνει
λέγε με απλώς Ιωάννη.
*
Ο τελευταίος μήνας του θέρους
γίνεται πόνος βαθύς σωματικός.
Εδώ χαμηλά-αριστερά
λίγο πιο κάτω
από το πρατήριο των παγωτών.
*
Τα μάτια της, είναι δύο σαφή διαλυτικά
έτσι που με το «γιώτα» της μύτης
αναγράφεται ευκρινώς στο πρόσωπό της
η λέξις «ράϊσμα».
Είναι που έχει αναλάβει προσωπικά
την υπεράσπιση των τελευταίων ημερών
του θέρους.
*
Ο ύπνος τη φέρνει με ψαθάκι.
Λινά υποδήματα, λινή τσάντα.
Με μια ανεπαίσθητη δροσιά
απ’ των κομψών κινήσεών της
το αεράκι.
*
Συννεφιάζει κάτω από την ομπρέλα της
την αποσπά ένας άνεμος
είναι χρεωμένη της επιστροφής
να μπει πάλι στα τακούνια της
πίσω απ’ τον πάγκο.
*
Στη δίπλα κάμαρα κοιμούνται κορίτσια
ως το βάθος του ύπνου τους ανεβαίνει η θάλασσα.
Το πρωί τινάζουν το αλάτι από τα σεντόνια τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου