Σελίδες

Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2012

Bitches Brew



à la manière de Miles Davis

Φόοβος φωωτιά η φρίικη μαύρη
Μαύρη κραυγή βροχήη ουρλιάζει
Μαύρα σκυλιά οι τύψεις μου σε κίτρινο ουρανό αλυχτάτε
Σπάνιες οι φορές π’ αναμετρήθηκα την ανυποταξία των δολοκτόνων
Τα κόκαλα μου τρίζανε μιαν εγγαστρίμυθη σιωπή
Και το κορμί μου πόνο
Σιώπησα τ’ άβατο ουρλιαχτό Φρικτές φωνές εντός μου
Και δεν υπήρχες πουθενά μέσα στο χάραμα του τρόμου
Στραμπούλιξα τη μνήμη μου μες τα καλειδοσκόπια σου Κρόνος
Κρίνα και νούφαρα και μιξοβάρβαρη ανυποταγή ο φθόνος
Τώρα δαγκώνω το φύλο μου
Και στάζει καύλα Άνοιξη δέντρα και φρούτα ανθηρά υγρά
Και τα χειμερινά ανάκτορα κορώνουν
Φωτιά φαφούτα κάρβουνα δόντια αραιά

Κάηκα μες την απώλεια του λόγου
Ένα-ένα ξεδιαλέγω από την τέφρα φτύνω
Τα οστά μου Γιατί πάντα ήθελα να γίνω ποιητής
Να εκδίδω έδικτα να υπογράφω αστέρες
Ν’ αλλάζω διαστάσεις
Τώρα μέσα από πρίσμα πρόσταγμα
Το αίμα
Όχι σιωπή
Όσο εφιάλτης
Δεν κοιμάται

Βαθιά μέσα στον άνθρωπο του κτήνους η ανάσα
Ανάαασα πνοή κοφτή

Πανδέκτης
Και βρώμαγε ξινά ξεθυμασμένο όναρ ξερατά
Στο χάραμα του δρόμου η ροδοδάκτυλος Ηώς
Όταν ο ήλιος ξεγεννά κλωσούνε τα ποντίκια
Έι αλέκτορα σε ποιο κρεβάτι Απόψε ξημερώνεις
Παράκτιος μεταγωγός σπάζω τον αστρολάβο
Δεν κοιμάται Άχρηστος ξεναγός σαν ν’ αυτοσχεδιάζω
Της τρικυμίας εξατμισθείς ποτέ να μην κουρνιάζω

Τώρα εκκινώ απ’ το σημείο βρασμού κρουνός
Γυμνός πως γίνεται να μην κρυώνω
Περνούν τα τρένα ίλιγγος συρμός
Κυκλόθυμος κυματισμός νυχτερινό ποτάμι παγωμένο
Το παπάκι βρε το παπάκι πάει στη ποταμιά
Ιδού ιδρώνω αγχώνομαι αγκομαχώ και κλαίγω
Και τρέχω και κλαίγω Και κλαίγω και τρέχω
Μην μ’ ακουμπάς παλιόπουστα στεγνά θα σε γαμήσω
Θα σ’ ανοίξω μια τρύπα βαθιά μες το κεφάλι σου μια τρύπα θα σ’ ανοίξω
Θα σου δαγκώσω τη μύτη
Θα σου βγάλω τα μάτια Θα τα ρουφήξω
Θα σου ξεσκίσω τη σάρκα
Μη μ’ ακουμπάς υποφέρω
Οι φωνές στο κρανίο σκουλήκι
Θα σε γαμήσω δεν φταίω Υποφέρω
Μη μ’ ακουμπάς υποφέρω

Γυμνός ανυπεράσπιστος στο κονικλοτροφείο του χρόνου
Ερήμην τρεις εις θάνατον δικαιοσύνη ασπαίρω
Λησμονημένος κι από μένα
Μία φούντωση μια φλόγα έχω μέσα στην καρδιά
Μες τους λειμώνες πεταλούδιζα πεταλούδιζε
Μια μικρή εωθινή υποψία που με ζαχάρωνε πρόστυχα
Την καρατόμησ’ ανερυθρίαστος Οι κορύβαντες στο κεφάλι μου
Και σ’ άλλες κωλοφωτιές εκέλευσα
Την υδαρή πυρίτιδα του ψώλου
Ο καιρός γαρ κονδός
Συνεπώς
Πως δεν υπήρχε όχι χρόνος
Καταστρατηγημένος πάραυτα μέσα στην ινδικτίωνα φορά του

Νεκρός σχεδόν κυκλότερα εκλαίρω τη ζωή μου
Εννιά χιλιάδες τέρμινα που να μη φτάνοντας στ’ αυτιά μου η φωνή μου
Κι αν ακόμα κι η σκιά μου μιλά κουτρουβαλά
Λόγια πικρά ψιθυριστά
Είναι που δεν αγάπησα κανέναν
Θα ‘ρθω να σε ανταμώσω κάτω στην ακρογιαλιά
Ήρθες να επουλώσεις τις πληγές και τώρα σε κλωτσάνε
Κανείς μη δει μειδίαμα εδώ δε σ’ αγαπάνε
Στέκω ορθός φιλέρημος
Φορώ καινούργιο πείσμα
Σιωπή τριγύρω ο ζόφος

Οι κορύβαντες στο κεφάλι μου και να προσκτώμαι το σκότος
Κηριτρεφής και σπέρνων σκάβων
Ότι είχα ασελγήσει στη σκέψη του σκάμματος
Και πια δεν κοιμάμαι
Προσπαθούσα ν’ αρνηθώ πως υπάρχω
Δεν χόρταινα κώλο
Τις πεταλούδες δεν τις πιάνεις με απόχη
Τις σκοτώνεις Απόψε ξημερώνεις
Κατασκευάζω συλλέγω βαλσαμώνω
Το αίμα φωτιστικό οινόπνευμα Κι
Ο θώρακας εφιάλτης
Τις πεταλούδες δεν τις πιάνεις
Μπούκωσ’ η κόρην οφθαλμό τραγέλαφη γητεύτρα

Και να πληθαίνουνε στην αγορά οι άλογες μύιγες μαύρες
Μαύρα σκυλιά οι μεταμέλειες σε κίτρινο ουρανό κοάζουν
Σπάνιες οι φορές π’ αναμετρήθηκα την ανυποταξία των δολοκτόνων
Τα κόκαλα μου τρίζανε μιαν εγγαστρίμυθη σιωπή
Και το κορμί μου πόνο
Σιώπησα τ’ άδυτο ουρλιαχτό Φρικτές φωνές εντός μου
Και δεν υπήρχες πουθενά μέσα στο χάραμα του τρόμου
Μέσα σε διόπτρες στούμπωσα τη μνήμη μου αγκυλομήτης Κρόνος
Κρίνα και νούφαρα και μιξοβάρβαρη ανυποταγή ο φθόνος
Είχα ασελγήσει στη σκέψη του σκώμματος και δε σηκωνόμουν
Ουκ εξ ααιδοίου τ’ αλλότρια
Θέλησα να κρύψω τη θλίψη μου μέσα στα καρνιβόρα κέρατα της ηδονής
Μάταια Τώρα δαγκώνω το φύλο μου
Και στάζει μουνόχυμ’ Άνοιξη δέντρα και φρούτα ανθηρά υγρά
Και τα χειμερινά ανάκτορα σουφρώνουν
Φωτιά φαφούτα κάρβουνα τέρατα δόντια μαλλιαρά φυτρώνουν

Πώς να υδατογραφήσεις το τεφλόν της προσδοκίας ασύλητον;
Φόοβος φωωτιάα η φρίικη
Τρίιζανε

Φωνές
Μαύρη κραυγή βροχήη ουρλιάζει
-όντας

Voice off
End of recording

(Κι εγώ αναρωτιόμουνα μα τι μαλάκες είστε σεις έτσι στα σοβαρά να με ακούτε τόσην ώρα;)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου