Άννα μην κλαις
του Bertolt Brecht
Μιλάνε για καιρούς δοξασμένους, και πάλι
(Άννα μην κλαις)
θα γυρέψουμε βερεσέ απ' τον μπακάλη.
Μιλάνε για του έθνους, ξανά, την τιμή
(Άννα μην κλαις)
στο ντουλάπι δεν έχει ψίχα ψωμί
Μιλάνε για νίκες που το μέλλον θα φέρει
(Άννα μην κλαις)
Εμένα δε με βάζουν στο χέρι.
Ο στρατός ξεκινά
(Άννα μην κλαις)
Σαν γυρίσω ξανά
θ' ακολουθώ άλλες σημαίες.
Ο στρατός ξεκινά
--------------------------------------------------------------------------
Άννα
Άννα, δεν είναι η βροχή που σου χαράκωσε το βλέμμα,
είναι που είσαι μοναχή κι αν τ' αρνηθείς θα είναι ψέμα.
Ξέρω, ξέρω το δάκρυ το καυτό άμα το δω σε μάτια ξένα.
Άννα, γιατί να σου κρυφτώ, είμαι μονάχος σαν κι εσένα.
Έλα λοιπόν και μη ντραπείς
μα σε παρακαλώ μονάχα:
πες ό,τι θες, όμως μην πεις
πως μ' έχεις αγαπήσει τάχα.
Άννα, οι άνθρωποι πονούν και τους φοβίζει το σκοτάδι.
Πόσοι γι' αγάπη δεν μιλούν για να περάσουν ένα βράδυ,
πόσοι δε λένε "σ' αγαπώ" και το ξεχνάνε μόλις φέξει.
Άννα, ποτέ δε θα σ' την πω αν δεν τη νιώσω αυτή τη λέξη.
==================================================================
του Διονύση Σαββόπουλου
Την παιδική μου φίλη
την είδα ξαφνικά
να στέκει
και να με κοιτά.
Αγάλματα κομμάτια
στα μάτια της τα δυο
βομβαρδισμένες πόλεις
ναυάγια στο βυθό.
Ζεστό το μεσημέρι
το στόρι χαμηλό
κι η σκάλα
στο φωταγωγό.
Σβήνουν τα βήματα στη σκάλα
κανείς -θα πλανηθούμε μοναχοί
θάλασσες πόλεις έρημοι σταθμοί.
Αλλάζουν όλα εδώ κάτω με ορμή
τι να καταλάβουμε οι φτωχοί.
Για πες μου μήπως ξέρεις
γι' αυτήν που σου μιλώ
Άννα
τ' όνομά της το μικρό.
Τη βλέπω κατεβαίνει
στέκεται στο σκαλί
και χάνεται για πάντα
στου κόσμου τη βουή.
================================================================
Πάρε ένα κοχύλι απ' το Αιγαίο
Άννα δώσ' μου για να σε θυμάμαι
το μικρό χτενάκι που κρατάς
Μπήκε ο Σεπτέμβρης και φοβάμαι
τ' όνειρο πως τέλειωσε για μας
Πάρε ένα κοχύλι απ' το Αιγαίο
να 'χεις στο ταξίδι συντροφιά
Κι από το φιλί το τελευταίο
κράτησε στα χείλη τη δροσιά
Η καρδιά μου φύλλο-φύλλο
ματωμένη τριανταφυλλιά
Στο Αιγαίο και στον ήλιο
Θεέ μου πόση νοιώθω μοναξιά
Άσε την αλμύρα από τ’ αλάτι
κάτω από τα μάτια της σιωπής
Πάρε της φυγής το μονοπάτι
τέτοιαν ώρα τίποτα μην πεις
Μόνο "θα ξανάρθω" να μου τάξεις
όταν το μαντήλι θα χαθεί
Βγες στην κουπαστή ναν το φωνάξεις
σ' όλο το Αιγαίο ν' ακουστεί
==============================================================
Άννα
του Κώστα Καραίνδου
Τη μια με ανασταίνεις την άλλη με πεθαίνεις
στον έρωτά σου με φυλάς
με διώχνεις με παρακαλάς
δεν μπορώ
Σαν τρένο η καρδιά μου μες στους σταθμούς γυρίζει
τη νύχτα μέσα στη βροχή
εσένα ψάχνει για να βρει
να σου πει
Είναι κρίμα σαν σκουπίδι να με παρατάς
και τις νύχτες μες στα φώτα
την καρδιά σου να σκορπάς
μες στης μουσικής τον ήχο
μέσα στο πιοτό
έγραψα δειλά στον τοίχο
Άννα πόσο σ' αγαπώ
Τη μια φιλιά μου στέλνεις την άλλη με πικραίνεις
στον έρωτά σου με φυλάς
με διώχνεις με παρακαλάς
δεν μπορώ
Μου λες να σε ξεχάσω μονάχη να σ' αφήσω
την τύχη σου κι εσύ να βρεις
στα πλούτη μέσα να κρυφτείς
τι ντροπή
Είναι κρίμα σαν σκουπίδι να με παρατάς
και τις νύχτες μες στα φώτα
την καρδιά σου να σκορπάς
μες στης μουσικής τον ήχο
μέσα στο πιοτό
έγραψα δειλά στον τοίχο
Άννα πόσο σ' αγαπώ
=========================================================
Αννουλα του Χιονιά
Πάει καιρός που το φεγγάρι δεν περνάει από 'δω
Το τοπίο είναι χακί, τρώει την καρδιά σου
Σε λευκό χαρτί τη νύχτα ξαναγράφω σ' αγαπώ
στη σκοπιά παραμιλάω τ' όνομά σου
Αχ, Αννούλα του χιονιά
δε θα είμαι πια μαζί σου
στου Δεκέμβρη τις εννιά
που έχεις Άννα τη γιορτή σου
Χτες το βράδυ στ' όνειρό μου, τι σου είναι το μυαλό
μπήκαν, λέει, περιστέρια στο στρατώνα
Κι όπως το 'φερε η κουβέντα, μου είπαν όνειρο κι αυτό
σήκω πήγαινε στην Άννα του χειμώνα
Αχ, Αννούλα του χιονιά...
=================================================================
Μάρκος και Άννα
Κατσιμίχα (Πάνος και Χάρης)
Άννα όπως τόσες άλλες,
Άννα, όμορφη Άννα.
Άννα με το βλέμμα που σβήνει,
μυγιάγγιχτη Άννα.
Θα φύγει κάποτε θα φύγει.
Της συνοικίας το αστέρι.
Η Άννα με τις φιλενάδες
κλείνει τα μάτια και το ξέρει.
Ο Μάρκος μες στα ρούχα του που πλέει,
ο Μάρκος μια καρδιά που καίει.
Με τη μάνα και την αδερφή του,
και την άχαρη ζωή του
Μα όταν νυχτώνουνε οι δρόμοι,
τρέχει να βρει τη συμμορία
Ο Μάρκος με τους κολλητούς,
ο Μάρκος τσαμπουκάς στη συνοικία.
Το φεγγάρι μια μπάλα στ' ουρανού το μπιλιάρδο
Και τ' αστέρια αμέτρητα στου φλίπερ το τζάμι
Ο Μάρκος σ' ένα μπάρ,
δεν ξέρει που να πάει
Ένα ξεκλείδωτο γκάζι βουτάει
και για την πόλη τραβάει
Σαββάτο η Άννα πάει για χορό,
ο Μάρκος στην πίστα καλπάζει.
Το χορευτάδικο είναι φριχτό,
μια αδερφή (gay) με πάθος τον κοιτάζει.
Μα πες μου εσύ που όλα τα ξέρεις,
ποιος είναι ο δρόμος για τ' αστέρια;
Κοιτάζονται, μιλάνε, γελάνε,
μιλάνε με τα χέρια
και αρχίζουν να πετάνε
αγκαλιά μες στη ζαλάδα.
Σαν κωμωδία αμερικάνικη
πέρασε και τούτη η βδομάδα.
Μα η Αμέρικα μακραίνει,
στην άλλη όχθη της σελήνης
Κυνηγώντας τους ζυγώνει
μ' ένα γέλιο που το αίμα τους παγώνει.
Το φεγγάρι απλώνει,
τους πιάνει απ' τον ώμο.
Μ' ένα μάτσο αστέρια
κατεβαίνει στο δρόμο.
άρρωστο φεγγάρι,
στο δρόμο χύνεται.
Ένα σκυλί που περνάει,
γαβγίζει, και ξεκουμπίζεται.
Η Άννα θέλει να πεθάνει,
ο Μάρκος ονειρεύεται άλλα μέρη.
Κάποιος τους είδε να γυρίζουν χέρι με χέρι.
==========================================================
Αεροπλάνα
Πήρα το χαρτί ντύθηκα στα μπλε
πέρασα την πύλη
σε τόπο μακρινό με τον άνεμο
φίλο κι αδερφό
Άννα δεν ήμουνα εγώ γι' αεροπλάνα
Ωρες στη σκοπιά τσιγάρο στα κλεφτά σκουπίδια μαγειρεία
μα κάτω απ' την πλαγιά ο δρόμος φωτεινός μου δείχνει την πορεία
Άννα δεν ήμουνα εγώ γι' αεροπλάνα
Το παιχνίδι αυτό θέατρο σωστό
και γνωστοί οι ρόλοι
βγάζω τη στολή και το κράνος μου
φεύγω για την πόλη
Άννα δεν ήμουνα εγώ γι' αεροπλάνα
==============================================================
Κάνε Κουράγιο Άννα
Κάνε κουράγιο, Άννα.
Πάλεψε τα χρόνια.
Άννα μου, με τις αλλιώτικες συνήθειες,
τις αλλιώτικες κινήσεις.
Είχες πολύ καλούς τρόπους.
Φαινόταν ότι ήσουν από άλλο κόσμο.
Όμως, εσύ έκανες ό,τι μπορούσες
για να μην το δείχνεις.
Δεν περιφρονούσες τη φτώχεια
αλλά ούτε σε γοήτευε ιδιαίτερα.
Όλα σε σένα ήταν διαφορετικά.
Το δωμάτιο σου με τα σπάνια αντικείμενα,
τα γράμματα, τα δώρα σου...
Σίγουρα, είχες καλύτερο γούστο από μένα!
Ερχόσουν και μ' έβρισκες.
Το κρεβάτι μου, το στήθος σου...
Άννα, μικρή πρόστυχη κυρία.
Και κάτω απ' τα παράθυρα βρεγμένος δρόμος,
ο ήχος του τρένου, το σούρουπο.
Και το δωμάτιο μου, Άννα,
κρεμασμένο στον αέρα,
σαν πορτοκάλι.
Κάνε κουράγιο Άννα.
Πού να 'σαι τώρα;
Ποιος ξέρει πώς περνάς...
Πού να 'σαι τώρα; Αχ πώς αντέχεις;
Χωρίς να έχεις αυτό που αγαπάς
και δίχως ν' αγαπάς αυτό που έχεις...
Ξέρεις Άννα εμείς οι δυο
ήταν γραφτό να συναντηθούμε.
Τι να ξέρουν; Πώς μπορούν να ξέρουν οι άλλοι;
Συνομίληκη, μικρή ερωμένη μου.
Θυμάσαι; Εκατομμύρια στιγμές,
στιγμές που όσο πάνε και λιγοστεύουν,
έτσι όπως κάποιοι τις λεηλατούν
μπροστά στα μάτια μας, κάθε μέρα.
Άδικα παλεύω να τις κρατήσω, άδικα.
κυλάνε βουβά και φεύγουν
προς τη μεγάλη θάλασσα.
Πέρασαν τόσα χρόνια.
Δεν φοράω πια το φοιτητικό μου μπουφάν
και δυσκολεύομαι να συνηθίσω
αυτό το καλοραμένο κουστούμι.
Δεν περιφρονώ το χρήμα
αλλά ούτε με γοητεύει ιδιαίτερα.
Μότσαρτ, Ρέκβιεμ, Agnus Dei, Yesterday.
Απόψε θα 'ρθω στο πρώτο σου όνειρο.
Μη γεράσεις Άννα, μη γεράσεις.
Πες ψέματα στον άντρα σου.
Σκίσε την πρόσκληση, ακύρωσε το δείπνο.
Ακούμπησε με, όπως τότε, με το γόνατό σου
κάτω από το τραπέζι.
Απόψε, Άννα.
Στο καλύτερο ξενοδοχείο.
Απόψε.
Στο πρώτο σου όνειρο.
Κάνε κουράγιο Άννα.
Πού να 'σαι τώρα;
Ποιος ξέρει πώς περνάς...
Πού να 'σαι τώρα; Αχ πώς αντέχεις;
Χωρίς να έχεις αυτό που αγαπάς
και δίχως ν' αγαπάς αυτό που έχεις...
Μη γεράσεις Άννα, μη γεράσεις.
Γιατί δε θα 'χω πια κανέναν και τίποτα
να με κρατήσει νέο.
Μόνος μου επιμένω ακόμα εδώ,
παρόλο που άρχισε πάλι να βρέχει,
έτσι όπως βρέχει πάντα στα νησιά
Οκτώβρη μήνα.
Θυμάσαι;
Θάλασσα από μολύβι και ουρανός από πεύκα.
Απόμακρες, ανάκατες φωνές.
Η φωνή της μητέρας, του φίλου, της κόρης,
του αδελφού, της ερωμένης,
της σειρήνας του πλοίου.
Ρούχα λευκά, βιαστικά μαζεμένα,
λίγο πριν τη βροχή.
Μαζί τους χάθηκε και το φως.
Ένας σύντομος περίπατος,
ακόμα...εκεί.Δίπλα στη θάλασσα.
Κι ύστερα...τέλος, τέλος.
Κάνε κουράγιο, Άννα.
Πού να 'σαι τώρα;
Ποιος ξέρει πώς περνάς...
Πού να 'σαι τώρα; Αχ πώς αντέχεις;
Χωρίς να έχεις αυτό που αγαπάς
και δίχως ν' αγαπάς αυτό που έχεις...
Κάνε κουράγιο Άννα...
===============================================================
Εσύ με φιάχνεις
Άννα μαυρούκα μου Άννα
αχ πώς τα πας και τα φέρνεις
τα μάτια σου τα πλάνα
ʼννα ξεφτέρι μου ʼννα
θέλω να κάψω απόψε
την καρδιά σου την αλάνα.
Εσύ με φτιάχνεις
με φτιάχνεις με φτιάχνεις
κι ας μην ξέρω τι μου φτιάχνεις
εσύ με φτιάχνεις
με φτιάχνεις με φτιάχνεις
ναι, μωρό μου, με φτιάχνεις.
Άννα αρρώστια μου ʼννα
στη Σαλονίκη πώς χτυπούσε
η καρδιά μου σαν καμπάνα
Άννα ψευτρούλα μου ʼννα
πάλι σας έκανα τσακωτές
με την Αντριάννα
όμως με φτιάχνεις.
==========================================================
Άννα του Μπάμπη Στόκα
Μην ψάχνεις λόγια να μου πεις,
τα 'χει ο καιρός κρυμμένα.
Κράτα δικό σου το φλουρί,
άσ' το φιλί σε μένα.
Άσ' τ' όνειρο αληθινό
αφού χτυπάει η καρδιά μου
και στο Μαΐστρο φόρτωσε
τα γκρίζα σφάλματά μου.
Άννα...
================================================================
το γράμμα του Θωμά Μπακαλάκου
Γεια και χαρά σας
Αγάπες μου, γεια χαρά σας
Ας ήταν όνειρο που είμαι μακριά σας
Η μοναξιά την καρδιά μου λιώνει
Τη ματώνει, τη ματώνει
Να δώσεις δυο φιλάκια στη μυριόκαλη
Κι αυτό το λουλουδάκι για σένα
Κι αύριο μην ξεχάσεις που ’ναι Κυριακή,
Να βάλεις τα καλά σου για μένα.
Σ’ αγαπώ πολύ, σ’ αγαπώ πολύ
Είχε μια γλύκα ο φετινός χειμώνας
Έβγαλε ανθάκια ακόμα κι ο στρατώνας
Χθες βγήκα και πήγα στο Βαγγέλη
Χαιρετίσματα σου στέλνει
Να δώσεις δυο φιλάκια στη μυριόκαλη
Κι αυτό το λουλουδάκι για σένα
Κι αύριο μην ξεχάσεις που ’ναι Κυριακή,
Να βάλεις τα καλά σου για μένα.
Σ’ αγαπώ πολύ, σ’ αγαπώ πολύ
Γράψε μου, θέλω να μάθω το πώς περνάτε
Και η Αννούλα μας αν με θυμάται
Γιατί η γαρδένια μου στο μπαλκόνι
Μαραζώνει, μαραζώνει
Να δώσεις δυο φιλάκια στη μυριόκαλη
Κι αυτό το λουλουδάκι για σένα
Κι αύριο μην ξεχάσεις που ’ναι Κυριακή,
Να βάλεις τα καλά σου για μένα.
Σ’ αγαπώ πολύ, σ’ αγαπώ πολύ
===============================================================
Άννα
Λες και τ' αρώματα
ξάφνου αποκτήσαν σώματα
και γίναν όλα ένα
σ' ένα κορμί, σε σένα.
Εγώ δυο χέρια αφτέρωτα
όλη μια στάλα του έρωτα,
είπες δεν ξαναγκάλιασα
άλλη φορά τη θάλασσα.
Με είπες κρήνη των κρίνων
Άννα την άνοιξη
ποτάμι των πέντε οίνων
βαθιά κατάνυξη.
Άναψα στα φιλιά σου,
το φως γεννήθηκε,
με πήρες αγκαλιά σου
κι η γη φωτίστηκε.
Με είπες κρήνη των κρίνων
Άννα την άνοιξη.
Λες και τ' αρώματα
ξάφνου αποκτήσαν σώματα
και πήρε η ανάσα χρώμα
για ένα φιλί ακόμα.
Εγώ δυο λόγια ανείπωτα
άχνα ουρανού και τίποτα,
είπες δεν ξαναγκάλιασα
άλλη φορά τη θάλασσα.
Με είπες κρήνη των κρίνων...
Νύχτες μαζί σου σε δωμάτια αναμμένα
κι εγώ στη γάμπα μου τατού τα δυο σου χείλια,
είναι τα μάτια μου φωτιά, ξενυχτισμένα
με την ηχώ απ' τα φιλιά στ' αυτιά κοχύλια.
Με είπες κρήνη των κρίνων
Άννα την άνοιξη
ποτάμι των πέντε οίνων
βαθιά κατάνυξη.
Με είπες κρήνη των κρίνων
Άννα την άνοιξη.
===============================================================
Άννα
Άννα, σφίξε με όσο μπορείς,
ξέρεις πως σ’ έχω ανάγκη.
Σαν να, να με τρυπούν στην καρδιά,
μόνον η αγάπη το αντέχει.
Μη μου μιλάς, για τότες μη μιλάς,
πλάι μου κι αύριο σε θέλω.
Γιατί γελάς, πες μου γιατί γελάς,
πλάι μου κι αύριο σε θέλω.
Άννα, κράτα τα χέρια τα δυο
κι ασ’ τη φωνή μου να τρέμει.
Πάντα αυτό το λέγαν στη Γη,
ο χωρισμός δάκρυα φέρνει.
============================================================
Αννούλα (Παραδοσιακό Μακεδονίας)
Ήμουν ξέγνοιαστο πουλί
όταν σ' είχα πρωτοϊδεί
την αυγούλα, Άννα μου Αννούλα
έφυγες κι έχεις χαθεί
Απ' τη στράτα σαν περνάς
την καρδούλα μου κεντάς
την αυγούλα, Άννα μου Αννούλα
μου 'πες πως θα μ' αγαπάς
Περπατώ εδώ κι εκεί
με το βήμα το βαρύ
την αυγούλα, Άννα μου Αννούλα
έφυγες κι έχεις χαθεί
=================================================
Τρία παιδιά Βολιώτικα (παραδοσιακό)
του Bertolt Brecht
Μιλάνε για καιρούς δοξασμένους, και πάλι
(Άννα μην κλαις)
θα γυρέψουμε βερεσέ απ' τον μπακάλη.
Μιλάνε για του έθνους, ξανά, την τιμή
(Άννα μην κλαις)
στο ντουλάπι δεν έχει ψίχα ψωμί
Μιλάνε για νίκες που το μέλλον θα φέρει
(Άννα μην κλαις)
Εμένα δε με βάζουν στο χέρι.
Ο στρατός ξεκινά
(Άννα μην κλαις)
Σαν γυρίσω ξανά
θ' ακολουθώ άλλες σημαίες.
Ο στρατός ξεκινά
--------------------------------------------------------------------------
Άννα
του Γιάννη Καλαμίτση
Άννα, δεν είναι η βροχή που σου χαράκωσε το βλέμμα,
είναι που είσαι μοναχή κι αν τ' αρνηθείς θα είναι ψέμα.
Ξέρω, ξέρω το δάκρυ το καυτό άμα το δω σε μάτια ξένα.
Άννα, γιατί να σου κρυφτώ, είμαι μονάχος σαν κι εσένα.
Έλα λοιπόν και μη ντραπείς
μα σε παρακαλώ μονάχα:
πες ό,τι θες, όμως μην πεις
πως μ' έχεις αγαπήσει τάχα.
Άννα, οι άνθρωποι πονούν και τους φοβίζει το σκοτάδι.
Πόσοι γι' αγάπη δεν μιλούν για να περάσουν ένα βράδυ,
πόσοι δε λένε "σ' αγαπώ" και το ξεχνάνε μόλις φέξει.
Άννα, ποτέ δε θα σ' την πω αν δεν τη νιώσω αυτή τη λέξη.
==================================================================
Είδα την Άννα κάποτε
του Διονύση Σαββόπουλου
Την παιδική μου φίλη
την είδα ξαφνικά
να στέκει
και να με κοιτά.
Αγάλματα κομμάτια
στα μάτια της τα δυο
βομβαρδισμένες πόλεις
ναυάγια στο βυθό.
Ζεστό το μεσημέρι
το στόρι χαμηλό
κι η σκάλα
στο φωταγωγό.
Σβήνουν τα βήματα στη σκάλα
κανείς -θα πλανηθούμε μοναχοί
θάλασσες πόλεις έρημοι σταθμοί.
Αλλάζουν όλα εδώ κάτω με ορμή
τι να καταλάβουμε οι φτωχοί.
Για πες μου μήπως ξέρεις
γι' αυτήν που σου μιλώ
Άννα
τ' όνομά της το μικρό.
Τη βλέπω κατεβαίνει
στέκεται στο σκαλί
και χάνεται για πάντα
στου κόσμου τη βουή.
================================================================
Πάρε ένα κοχύλι απ' το Αιγαίο
του Ξενοφώντα Φιλέρη
Άννα δώσ' μου για να σε θυμάμαι
το μικρό χτενάκι που κρατάς
Μπήκε ο Σεπτέμβρης και φοβάμαι
τ' όνειρο πως τέλειωσε για μας
Πάρε ένα κοχύλι απ' το Αιγαίο
να 'χεις στο ταξίδι συντροφιά
Κι από το φιλί το τελευταίο
κράτησε στα χείλη τη δροσιά
Η καρδιά μου φύλλο-φύλλο
ματωμένη τριανταφυλλιά
Στο Αιγαίο και στον ήλιο
Θεέ μου πόση νοιώθω μοναξιά
Άσε την αλμύρα από τ’ αλάτι
κάτω από τα μάτια της σιωπής
Πάρε της φυγής το μονοπάτι
τέτοιαν ώρα τίποτα μην πεις
Μόνο "θα ξανάρθω" να μου τάξεις
όταν το μαντήλι θα χαθεί
Βγες στην κουπαστή ναν το φωνάξεις
σ' όλο το Αιγαίο ν' ακουστεί
==============================================================
Άννα
του Κώστα Καραίνδου
Τη μια με ανασταίνεις την άλλη με πεθαίνεις
στον έρωτά σου με φυλάς
με διώχνεις με παρακαλάς
δεν μπορώ
Σαν τρένο η καρδιά μου μες στους σταθμούς γυρίζει
τη νύχτα μέσα στη βροχή
εσένα ψάχνει για να βρει
να σου πει
Είναι κρίμα σαν σκουπίδι να με παρατάς
και τις νύχτες μες στα φώτα
την καρδιά σου να σκορπάς
μες στης μουσικής τον ήχο
μέσα στο πιοτό
έγραψα δειλά στον τοίχο
Άννα πόσο σ' αγαπώ
Τη μια φιλιά μου στέλνεις την άλλη με πικραίνεις
στον έρωτά σου με φυλάς
με διώχνεις με παρακαλάς
δεν μπορώ
Μου λες να σε ξεχάσω μονάχη να σ' αφήσω
την τύχη σου κι εσύ να βρεις
στα πλούτη μέσα να κρυφτείς
τι ντροπή
Είναι κρίμα σαν σκουπίδι να με παρατάς
και τις νύχτες μες στα φώτα
την καρδιά σου να σκορπάς
μες στης μουσικής τον ήχο
μέσα στο πιοτό
έγραψα δειλά στον τοίχο
Άννα πόσο σ' αγαπώ
=========================================================
Αννουλα του Χιονιά
Σαράντης Αλιβιζάτος
Πάει καιρός που το φεγγάρι δεν περνάει από 'δω
Το τοπίο είναι χακί, τρώει την καρδιά σου
Σε λευκό χαρτί τη νύχτα ξαναγράφω σ' αγαπώ
στη σκοπιά παραμιλάω τ' όνομά σου
Αχ, Αννούλα του χιονιά
δε θα είμαι πια μαζί σου
στου Δεκέμβρη τις εννιά
που έχεις Άννα τη γιορτή σου
Χτες το βράδυ στ' όνειρό μου, τι σου είναι το μυαλό
μπήκαν, λέει, περιστέρια στο στρατώνα
Κι όπως το 'φερε η κουβέντα, μου είπαν όνειρο κι αυτό
σήκω πήγαινε στην Άννα του χειμώνα
Αχ, Αννούλα του χιονιά...
=================================================================
Μάρκος και Άννα
Κατσιμίχα (Πάνος και Χάρης)
Άννα όπως τόσες άλλες,
Άννα, όμορφη Άννα.
Άννα με το βλέμμα που σβήνει,
μυγιάγγιχτη Άννα.
Θα φύγει κάποτε θα φύγει.
Της συνοικίας το αστέρι.
Η Άννα με τις φιλενάδες
κλείνει τα μάτια και το ξέρει.
Ο Μάρκος μες στα ρούχα του που πλέει,
ο Μάρκος μια καρδιά που καίει.
Με τη μάνα και την αδερφή του,
και την άχαρη ζωή του
Μα όταν νυχτώνουνε οι δρόμοι,
τρέχει να βρει τη συμμορία
Ο Μάρκος με τους κολλητούς,
ο Μάρκος τσαμπουκάς στη συνοικία.
Το φεγγάρι μια μπάλα στ' ουρανού το μπιλιάρδο
Και τ' αστέρια αμέτρητα στου φλίπερ το τζάμι
Ο Μάρκος σ' ένα μπάρ,
δεν ξέρει που να πάει
Ένα ξεκλείδωτο γκάζι βουτάει
και για την πόλη τραβάει
Σαββάτο η Άννα πάει για χορό,
ο Μάρκος στην πίστα καλπάζει.
Το χορευτάδικο είναι φριχτό,
μια αδερφή (gay) με πάθος τον κοιτάζει.
Μα πες μου εσύ που όλα τα ξέρεις,
ποιος είναι ο δρόμος για τ' αστέρια;
Κοιτάζονται, μιλάνε, γελάνε,
μιλάνε με τα χέρια
και αρχίζουν να πετάνε
αγκαλιά μες στη ζαλάδα.
Σαν κωμωδία αμερικάνικη
πέρασε και τούτη η βδομάδα.
Μα η Αμέρικα μακραίνει,
στην άλλη όχθη της σελήνης
Κυνηγώντας τους ζυγώνει
μ' ένα γέλιο που το αίμα τους παγώνει.
Το φεγγάρι απλώνει,
τους πιάνει απ' τον ώμο.
Μ' ένα μάτσο αστέρια
κατεβαίνει στο δρόμο.
άρρωστο φεγγάρι,
στο δρόμο χύνεται.
Ένα σκυλί που περνάει,
γαβγίζει, και ξεκουμπίζεται.
Η Άννα θέλει να πεθάνει,
ο Μάρκος ονειρεύεται άλλα μέρη.
Κάποιος τους είδε να γυρίζουν χέρι με χέρι.
==========================================================
Αεροπλάνα
Πήρα το χαρτί ντύθηκα στα μπλε
πέρασα την πύλη
σε τόπο μακρινό με τον άνεμο
φίλο κι αδερφό
Άννα δεν ήμουνα εγώ γι' αεροπλάνα
Ωρες στη σκοπιά τσιγάρο στα κλεφτά σκουπίδια μαγειρεία
μα κάτω απ' την πλαγιά ο δρόμος φωτεινός μου δείχνει την πορεία
Άννα δεν ήμουνα εγώ γι' αεροπλάνα
Το παιχνίδι αυτό θέατρο σωστό
και γνωστοί οι ρόλοι
βγάζω τη στολή και το κράνος μου
φεύγω για την πόλη
Άννα δεν ήμουνα εγώ γι' αεροπλάνα
Βασίλης Καζούλης
==============================================================
Κάνε Κουράγιο Άννα
Κάνε κουράγιο, Άννα.
Πάλεψε τα χρόνια.
Άννα μου, με τις αλλιώτικες συνήθειες,
τις αλλιώτικες κινήσεις.
Είχες πολύ καλούς τρόπους.
Φαινόταν ότι ήσουν από άλλο κόσμο.
Όμως, εσύ έκανες ό,τι μπορούσες
για να μην το δείχνεις.
Δεν περιφρονούσες τη φτώχεια
αλλά ούτε σε γοήτευε ιδιαίτερα.
Όλα σε σένα ήταν διαφορετικά.
Το δωμάτιο σου με τα σπάνια αντικείμενα,
τα γράμματα, τα δώρα σου...
Σίγουρα, είχες καλύτερο γούστο από μένα!
Ερχόσουν και μ' έβρισκες.
Το κρεβάτι μου, το στήθος σου...
Άννα, μικρή πρόστυχη κυρία.
Και κάτω απ' τα παράθυρα βρεγμένος δρόμος,
ο ήχος του τρένου, το σούρουπο.
Και το δωμάτιο μου, Άννα,
κρεμασμένο στον αέρα,
σαν πορτοκάλι.
Κάνε κουράγιο Άννα.
Πού να 'σαι τώρα;
Ποιος ξέρει πώς περνάς...
Πού να 'σαι τώρα; Αχ πώς αντέχεις;
Χωρίς να έχεις αυτό που αγαπάς
και δίχως ν' αγαπάς αυτό που έχεις...
Ξέρεις Άννα εμείς οι δυο
ήταν γραφτό να συναντηθούμε.
Τι να ξέρουν; Πώς μπορούν να ξέρουν οι άλλοι;
Συνομίληκη, μικρή ερωμένη μου.
Θυμάσαι; Εκατομμύρια στιγμές,
στιγμές που όσο πάνε και λιγοστεύουν,
έτσι όπως κάποιοι τις λεηλατούν
μπροστά στα μάτια μας, κάθε μέρα.
Άδικα παλεύω να τις κρατήσω, άδικα.
κυλάνε βουβά και φεύγουν
προς τη μεγάλη θάλασσα.
Πέρασαν τόσα χρόνια.
Δεν φοράω πια το φοιτητικό μου μπουφάν
και δυσκολεύομαι να συνηθίσω
αυτό το καλοραμένο κουστούμι.
Δεν περιφρονώ το χρήμα
αλλά ούτε με γοητεύει ιδιαίτερα.
Μότσαρτ, Ρέκβιεμ, Agnus Dei, Yesterday.
Απόψε θα 'ρθω στο πρώτο σου όνειρο.
Μη γεράσεις Άννα, μη γεράσεις.
Πες ψέματα στον άντρα σου.
Σκίσε την πρόσκληση, ακύρωσε το δείπνο.
Ακούμπησε με, όπως τότε, με το γόνατό σου
κάτω από το τραπέζι.
Απόψε, Άννα.
Στο καλύτερο ξενοδοχείο.
Απόψε.
Στο πρώτο σου όνειρο.
Κάνε κουράγιο Άννα.
Πού να 'σαι τώρα;
Ποιος ξέρει πώς περνάς...
Πού να 'σαι τώρα; Αχ πώς αντέχεις;
Χωρίς να έχεις αυτό που αγαπάς
και δίχως ν' αγαπάς αυτό που έχεις...
Μη γεράσεις Άννα, μη γεράσεις.
Γιατί δε θα 'χω πια κανέναν και τίποτα
να με κρατήσει νέο.
Μόνος μου επιμένω ακόμα εδώ,
παρόλο που άρχισε πάλι να βρέχει,
έτσι όπως βρέχει πάντα στα νησιά
Οκτώβρη μήνα.
Θυμάσαι;
Θάλασσα από μολύβι και ουρανός από πεύκα.
Απόμακρες, ανάκατες φωνές.
Η φωνή της μητέρας, του φίλου, της κόρης,
του αδελφού, της ερωμένης,
της σειρήνας του πλοίου.
Ρούχα λευκά, βιαστικά μαζεμένα,
λίγο πριν τη βροχή.
Μαζί τους χάθηκε και το φως.
Ένας σύντομος περίπατος,
ακόμα...εκεί.Δίπλα στη θάλασσα.
Κι ύστερα...τέλος, τέλος.
Κάνε κουράγιο, Άννα.
Πού να 'σαι τώρα;
Ποιος ξέρει πώς περνάς...
Πού να 'σαι τώρα; Αχ πώς αντέχεις;
Χωρίς να έχεις αυτό που αγαπάς
και δίχως ν' αγαπάς αυτό που έχεις...
Κάνε κουράγιο Άννα...
Αδελφοί Κατσιμίχα (Χάρης και Πάνος)
===============================================================
Εσύ με φιάχνεις
Άννα μαυρούκα μου Άννα
αχ πώς τα πας και τα φέρνεις
τα μάτια σου τα πλάνα
ʼννα ξεφτέρι μου ʼννα
θέλω να κάψω απόψε
την καρδιά σου την αλάνα.
Εσύ με φτιάχνεις
με φτιάχνεις με φτιάχνεις
κι ας μην ξέρω τι μου φτιάχνεις
εσύ με φτιάχνεις
με φτιάχνεις με φτιάχνεις
ναι, μωρό μου, με φτιάχνεις.
Άννα αρρώστια μου ʼννα
στη Σαλονίκη πώς χτυπούσε
η καρδιά μου σαν καμπάνα
Άννα ψευτρούλα μου ʼννα
πάλι σας έκανα τσακωτές
με την Αντριάννα
όμως με φτιάχνεις.
του Λάκη Παπαδόπουλου
==========================================================
Άννα του Μπάμπη Στόκα
Μην ψάχνεις λόγια να μου πεις,
τα 'χει ο καιρός κρυμμένα.
Κράτα δικό σου το φλουρί,
άσ' το φιλί σε μένα.
Άσ' τ' όνειρο αληθινό
αφού χτυπάει η καρδιά μου
και στο Μαΐστρο φόρτωσε
τα γκρίζα σφάλματά μου.
Άννα...
================================================================
το γράμμα του Θωμά Μπακαλάκου
Γεια και χαρά σας
Αγάπες μου, γεια χαρά σας
Ας ήταν όνειρο που είμαι μακριά σας
Η μοναξιά την καρδιά μου λιώνει
Τη ματώνει, τη ματώνει
Να δώσεις δυο φιλάκια στη μυριόκαλη
Κι αυτό το λουλουδάκι για σένα
Κι αύριο μην ξεχάσεις που ’ναι Κυριακή,
Να βάλεις τα καλά σου για μένα.
Σ’ αγαπώ πολύ, σ’ αγαπώ πολύ
Είχε μια γλύκα ο φετινός χειμώνας
Έβγαλε ανθάκια ακόμα κι ο στρατώνας
Χθες βγήκα και πήγα στο Βαγγέλη
Χαιρετίσματα σου στέλνει
Να δώσεις δυο φιλάκια στη μυριόκαλη
Κι αυτό το λουλουδάκι για σένα
Κι αύριο μην ξεχάσεις που ’ναι Κυριακή,
Να βάλεις τα καλά σου για μένα.
Σ’ αγαπώ πολύ, σ’ αγαπώ πολύ
Γράψε μου, θέλω να μάθω το πώς περνάτε
Και η Αννούλα μας αν με θυμάται
Γιατί η γαρδένια μου στο μπαλκόνι
Μαραζώνει, μαραζώνει
Να δώσεις δυο φιλάκια στη μυριόκαλη
Κι αυτό το λουλουδάκι για σένα
Κι αύριο μην ξεχάσεις που ’ναι Κυριακή,
Να βάλεις τα καλά σου για μένα.
Σ’ αγαπώ πολύ, σ’ αγαπώ πολύ
===============================================================
Άννα
Λες και τ' αρώματα
ξάφνου αποκτήσαν σώματα
και γίναν όλα ένα
σ' ένα κορμί, σε σένα.
Εγώ δυο χέρια αφτέρωτα
όλη μια στάλα του έρωτα,
είπες δεν ξαναγκάλιασα
άλλη φορά τη θάλασσα.
Με είπες κρήνη των κρίνων
Άννα την άνοιξη
ποτάμι των πέντε οίνων
βαθιά κατάνυξη.
Άναψα στα φιλιά σου,
το φως γεννήθηκε,
με πήρες αγκαλιά σου
κι η γη φωτίστηκε.
Με είπες κρήνη των κρίνων
Άννα την άνοιξη.
Λες και τ' αρώματα
ξάφνου αποκτήσαν σώματα
και πήρε η ανάσα χρώμα
για ένα φιλί ακόμα.
Εγώ δυο λόγια ανείπωτα
άχνα ουρανού και τίποτα,
είπες δεν ξαναγκάλιασα
άλλη φορά τη θάλασσα.
Με είπες κρήνη των κρίνων...
Νύχτες μαζί σου σε δωμάτια αναμμένα
κι εγώ στη γάμπα μου τατού τα δυο σου χείλια,
είναι τα μάτια μου φωτιά, ξενυχτισμένα
με την ηχώ απ' τα φιλιά στ' αυτιά κοχύλια.
Με είπες κρήνη των κρίνων
Άννα την άνοιξη
ποτάμι των πέντε οίνων
βαθιά κατάνυξη.
Με είπες κρήνη των κρίνων
Άννα την άνοιξη.
Σαράντης Αλιβιζάτος
===============================================================
Άννα
Κώστας Τουρνάς
Άννα, σφίξε με όσο μπορείς,
ξέρεις πως σ’ έχω ανάγκη.
Σαν να, να με τρυπούν στην καρδιά,
μόνον η αγάπη το αντέχει.
Μη μου μιλάς, για τότες μη μιλάς,
πλάι μου κι αύριο σε θέλω.
Γιατί γελάς, πες μου γιατί γελάς,
πλάι μου κι αύριο σε θέλω.
Άννα, κράτα τα χέρια τα δυο
κι ασ’ τη φωνή μου να τρέμει.
Πάντα αυτό το λέγαν στη Γη,
ο χωρισμός δάκρυα φέρνει.
============================================================
Αννούλα (Παραδοσιακό Μακεδονίας)
Ήμουν ξέγνοιαστο πουλί
όταν σ' είχα πρωτοϊδεί
την αυγούλα, Άννα μου Αννούλα
έφυγες κι έχεις χαθεί
Απ' τη στράτα σαν περνάς
την καρδούλα μου κεντάς
την αυγούλα, Άννα μου Αννούλα
μου 'πες πως θα μ' αγαπάς
Περπατώ εδώ κι εκεί
με το βήμα το βαρύ
την αυγούλα, Άννα μου Αννούλα
έφυγες κι έχεις χαθεί
=================================================
Τρία παιδιά Βολιώτικα (παραδοσιακό)
- Τρία παιδιά, τρία παιδιά, βολιώτικα,
- μας πήραν την Αννούλα,
- Αννούλα μας γλυκειά.
- Την πήραν και την πήγανε,
- σε κλέφτικα λημέρια,
- Σαρακατσάνισσα.
- Πέσ’ μας Αννιώ ποιον αγαπάς,
- και ποιον θα πάρεις γι’ άντρα,
- Αννούλα μας γλυκειά.
- Εγώ το Γιώργο αγαπώ,
- κι αυτόν θα πάρω άντρα,
- Σαρακατσάνισσα.
- =============================
ΜΕ ΛΕΝΕ ΑΝΝΑ .ΔΕΝ ΜΟΥ ΠΟΛΥΑΡΕΣΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ .ΟΜΩς ΜΕ ΑΞΙΩΣΕ Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΑΠΕΚΤΗΣΑ ΕΓΓΟΝΗ ΜΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΑΝΝΑ .ΠΩΣ ΞΑΦΝΙΚΑ ΠΗΡΕ ΑΛΛΗ ΗΧΩ ΣΤ ΑΥΤΙΑ ΜΟΥ Τ ΟΝΟΜΑ ΑΥΤΟ??? ΤΩΡΑ ΤΟ ΛΑΤΡΕΥΩ . ΑΛΛΑ ΑΡΑ ΓΕ ΛΑΤΡΕΨΑ ΞΑΦΝΙΚΑ Τ ΟΝΟΜΑ Η Η ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΓΟΝΗ ΤΑΛΑΞΕ ΟΛΑ??? ΕΥΧΟΜΑΙ ΣΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΑΝΝΑΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΟΤΥΧΕΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥΣ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα είστε καλά και να χαιρόσαστε το όνομα και τη ζωή σας. Χρόνια σας πολλά και σας ευχαριστούμε που μας επισκεφτήκατε
ΑπάντησηΔιαγραφή