Σελίδες

Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2017

Τί κάνεις μ’ ἕνα σπασμένο καθρέφτη / Χατζιδάκι Νατάσα

Είπα : Δὲν πει­ρά­ζει. Μό­νο ποὺ ὁ κα­θρέ­φτης ἔ­πε­σε πά­νω μου. Τὸ μπρά­τσο μου μά­τω­σε. Πο­νῶ λί­γο. Δὲν ξέ­ρω πῶς νὰ στα­μα­τή­σω τὸ αἷ­μα.
       Ἐ­κεῖ­νος εἶ­πε: Σὲ εἶ­χα προ­ει­δο­ποι­ή­σει. Ἦ­ταν σα­φὲς ὅ­τι αὐ­τὸς ὁ Κα­θρέ­φτης ἐ­πρό­κει­το νὰ σπά­σει. Ἡ ἀ­στά­θειά του ἦ­ταν με­γά­λη. Καὶ ἡ δι­κή σου ἀ­στά­θεια. Ἄλ­λα δὲν μὲ ἀ­κοῦς. Πο­τὲ δὲν ἀ­κοῦς ὅ,τι σοῦ λέ­νε οἱ ἄλ­λοι.
      Ἀρ­χί­σα­με νὰ μα­ζεύ­ου­με τὰ σπα­σμέ­να κομ­μά­τια. Ἕ­να με­γά­λο μέ­ρος τοῦ κα­θρέ­φτη εἶ­χε δι­α­σω­θεῖ. Γιὰ τὴν ἀ­κρί­βεια, τὸ με­γα­λύ­τε­ρο. Εἶ­χε ὅ­μως ἕ­να πε­ρί­ερ­γο σχῆ­μα. Ἐ­ξαι­ρε­τι­κὰ ἐ­πι­κίν­δυ­νο. Τό­τε τὸν ἔ­βγα­λα ἀ­πὸ τὸ πλαί­σιο καὶ τὸν ἀ­κούμ­πη­σα πά­λι ἐ­κεῖ. Ἀ­νά­με­σα στὰ δυ­ὸ ἀ­ση­μέ­νια κη­ρο­πή­για μὲ τὰ γα­λά­ζια κε­ριά. Πά­νω στὴν μπὲζ δαν­τέ­λα. Στὸ σκοῦ­ρο σα­τέν. Πο­λὺ κον­τὰ στὸ κι­τρι­νι­σμέ­νο βε­λοῦ­δο μὲ τὰ κεν­τή­μα­τα.
      Εἶ­πα: Δὲν πει­ρά­ζει. Θὰ πά­ω τὴν κορ­νί­ζα αὔ­ριο γιὰ ἕ­ναν ἄλ­λο Κα­θρέ­φτη. Θέ­λω αὐ­τὴ τὴν Κορ­νί­ζα.
      Ἐ­κεῖ­νος εἶ­πε: Γιὰ φαν­τά­σου. Ἂν δὲν ἔ­σπα­ζε ὁ κα­θρέ­φτης, δὲν θὰ πρό­σε­χα πο­τὲ πὼς ἀ­νά­με­σα στὰ κη­ρο­πή­για μὲ τὰ γα­λά­ζια κε­ριά. Πά­νω στὴ λευ­κὴ δαν­τέ­λα. Κά­τω ἀ­πὸ τὸ βε­λοῦ­δο. Μπρο­στὰ στὸν ἴ­διο σου τὸν κα­θρέ­φτη. Εἶ­χες κρυμ­μέ­νο τὸν «Χα­μέ­νο Πα­ρά­δει­σο» τοῦ Μίλ­τω­να.
      Εἶ­πα: Μά, δὲν τὸν εἶ­χα κρυμ­μέ­νο. Γιὰ τὴν ἀ­κρί­βεια, δὲν εἶ­ναι κρυμ­μέ­νος. Εἶ­ναι χα­μέ­νος.

      (Ἔ­τσι ἔ­σπα­σε ὁ κα­θρέ­φτης ἐ­κεῖ­νο τὸ βρά­δυ.)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου