Αχ, για ιδέ-καλέ για ιδέ-
για ιδέστε τον αμάραντο!
(Για ιδέστε τον αμάραντο
σε τι βουνό φυτρώνει καλέ!)
Αχ φυτρώ-καλέ φυτρώ-
φυτρώνει μες στα δύσβατα.
(Φυτρώνει μες στα δύσβατα,
στις πέτρες στα λιθάρια καλέ.)
Αχ, ποτέ καλέ ποτέ.
Ποτέ του δε ποτίζεται!
Ποτέ του δε ποτίζεται
και δε κορφολογιέται καλέ.)
Αχ, τον τρών΄καλέ τον τρών΄,
τον τρών΄τα λάφια και ψοφούν.
(Τον τρών΄τα λάφια και ψοφούν,
τ΄αγρίμια κι ημερεύουν καλέ.)
=========================================για ιδέστε τον αμάραντο!
(Για ιδέστε τον αμάραντο
σε τι βουνό φυτρώνει καλέ!)
Αχ φυτρώ-καλέ φυτρώ-
φυτρώνει μες στα δύσβατα.
(Φυτρώνει μες στα δύσβατα,
στις πέτρες στα λιθάρια καλέ.)
Αχ, ποτέ καλέ ποτέ.
Ποτέ του δε ποτίζεται!
Ποτέ του δε ποτίζεται
και δε κορφολογιέται καλέ.)
Αχ, τον τρών΄καλέ τον τρών΄,
τον τρών΄τα λάφια και ψοφούν.
(Τον τρών΄τα λάφια και ψοφούν,
τ΄αγρίμια κι ημερεύουν καλέ.)
Aνέβηκα στην πιπεριά
Aνέβηκα στην πιπεριά μαυρομάτα και ξανθιά
για να κόψω ένα πιπέρι συ 'σαι το γλυκό μου ταίρι
Bλέπω μια κόρη κι άλλαζε και την καρδιά μου τάραζε
και μου λέει μη φοβάσαι βάλ' το χέρι σου και πιάσε
Tην τσίμπησα μες στο λαιμό σκούζει φωνάζει όχι εδώ
και μου λέει παρακάτω από το λαιμό πιο κάτω
Tην τσίμπησα στα δυο βυζιά σκούζει φωνάζει κερατά
και μου λέει παρακάτω απ' τα δυο βυζιά πιο κάτω
Tην τσίμπησα στον αφαλό σκούζει φωνάζει ούτε 'δω
και μου λέει παρακάτω απ' τον αφαλό πιο κάτω
Tην τσίμπησα στα γόνατα φωνές και ξελιγώματα
και μου λέει παραπάνω απ' τα γόνατα πιο πάνω
Σκύβω κι ο μαύρος τι να δω να ρεματάκι δροσερό
γύρω γύρω είχε βούρλα και στη μέση μια βρυσούλα
Ήτανε και κατηφόρα έβαλα και λίγη φόρα
πέφτει σκούζει απ' τη χαρά της και την άκουσ' ο μπαμπάς της
Tι έχεις κόρη μ' κι είσαι κάτου κι είν' τα πόδια σου στ' αυτιά τ'
μέγας πόνος μ' έχει πιάσει και με τρίβει να περάσει
Γιάννη μου το μαντήλι σου
Γιάννη μου το, Γιάννη μου το, άιντε,
Γιάννη μου το μαντήλι σου, έλα.
Τι το ‘χεις λερωμένο βρε Γιάννη, Γιαννάκη μου,
τι το ‘χεις λερωμένο βρε παλικαράκι μου;
Το λέρωσε, το λέρωσε, άιντε,
το λέρωσε η ξενιτιά, έλα.
Τα έρημα τα ξένα βρε Γιάννη, Γιαννάκη μου,
τα έρημα τα ξένα βρε παλικαράκι μου.
Πέντε ποτά- πέντε ποτά-,άιντε,
πέντε ποτάμια το ‘πλυναν, έλα.
Ωρε και βάψαν και τα πέντε βρε Γιάννη, Γιαννάκη μου,
ωρε και βάψαν και τα πέντε βρε παλικαράκι μου.
Δεν μπορώ μανούλα μ’, δεν μπορώ
Δεν μπορώ μανούλα μ’, δεν μπορώ,
αχ συρε να φέρεις το γιατρό.
Αχ συρε να φέρεις το γιατρό,
μην πεθάνω η δόλια και χαθώ.
Αγάπησα μανα μ’ αγάπησα,
πικρά η μαύρη το μετάνιωσα.
Πικρά η μαύρη το μετάνιωσα,
αχ μανούλα μου δεν σ’ άκουσα.
Ζήλεψα μανα μ’ την ομορφιά,
τώρα είμαι άρρωστη βαριά.
Τώρα είμαι άρρωστη βαριά,
θα πεθάνω η δόλια κι είμαι νια.
Σώπα τσούπρα μ’ και μην κλαις εσύ,
θα φέρω το γιατρό ταχιά πρωί.
Θα φέρω το γιατρό ταχιά πρωί,
να σου γιάνει κόρη μ’ την πληγή.
Η τράτα μας η κουρελού
Η τράτα μας η κουρελού
η χιλιομπαλωμένη
όλο την εμπαλώναμε
κι αυτή ήταν ξεσκισμένη
Εβίρα μια στα πανιά
βρε πήρα δυο στο χωριό
βρε πήρα τρεις στο σπίτι της
Αν το ‘ξερε η μάνα μου
πως δούλευα στην τράτα
θα μου ‘στελνε τα ρούχα μου
και την παλιά μου βράκα
Εβίρα μια στα πανιά
βρε πήρα δυο στο χωριό
βρε πήρα τρεις στο σπίτι της
Πήγαμε και καλάραμε
κάτω στα δυο Λισκάρια
και γέμισε η τράτα μας
σουπιές και καλαμάρια
Εβίρα μια στα πανιά
βρε πήρα δυο στο χωριό
βρε πήρα τρεις στο σπίτι της
Πηγάμε και καλάραμε κάτω εις το διαπόρι
πολλά ψάρια πιάσαμε μαζί και ένα χταπόδι
Εβίρα μια στα πανιά....
Την τράτα μου την πούλησα
εις τη Θεσσαλονίκη
και γύρισα στη μάνα μου
με δίχως μεταλίκι
Βρε πήρα μια στα πανιά
βρε πήρα δυο στο χωριό
βρε πήρα τρεις στο σπίτι της
Θα σπάσω κούπες
Θα σπάσω κούπες για τα λόγια που 'πες
και ποτηράκια για τα πικρά λογάκια
αμάν άμαν, πια μικρό μην κλαις
αμάν άμαν, κι έχεις ό,τι θες
Σπάω τα πιάτα για τα δυο σου
μαύρα μάτια
Εψές το βράδυ είδα στ' όνειρό μου
πως είχες τα μαλλάκια σου ριγμένα στο λαιμό μου
αμάν άμαν, πια μικρό μην κλαις
αμάν άμαν, κι έχεις ό,τι θες
Σπάω τα πιάτα για τα δυο σου
μαύρα μάτια
Μήλο μου και μανταρίνι
Μες στα γλυκά ματάκια σου
μες στα γλυκά σου κάλλη
εξέχασα σιγά σιγά
κάθε αγάπη άλλη
Μήλο μου και μανταρίνι
ό,τι πεις εσύ θα γίνει
Και τώρα που σ΄αγάπησα
τρελαίνομαι ολοένα
και χάνομαι και σβήνομαι
αγάπη μου στα ξένα
Έλα με τον ταχυδρόμο
που 'ναι γρήγορος στο δρόμο
Πόσα θυμάμαι να σου πω
κι όταν σε δω τα χάνω
κι απ' την αγάπη την πολλή
κοντεύω να πεθάνω
Έλα, έλα που σου λέγω
μην με τυραννείς και κλαίγω
Εγώ για 'σένα τραγουδώ
και λες δε σ' αγαπάω
και λες με τ' άστρα του ουρανού
τις ώρες μου περνάω
Έλα, έλα με τα μένα
και θα ζεις χαριτωμένα
Σαν την αγάπη την κρυφή
Δεν είναι πόνος να πονεί,
πόνος να θανατώνει,
σαν την αγάπη την κρυφή,
που δεν ξεφανερώνει.
Θαρρώ πεινώ, μα γω διψώ,
με δε διψώ, νυστάζω,
με δε νυστάζω ξαγρυπνώ
για σε κι αναστενάζω.
Μελαχρινό μου πρόσωπο,
φράγκικο μοναστήρι,
ούτε στην πόρτα φαίνεσαι,
ούτε στο παραθύρι.
Πρόβαλε φέξη τ' ουρανού
και στέρηση του κόσμου
το νου μου και το λογισμό,
όπου μου πήρες, δώσ' μου.
τα λιανοτράγουδα
[Γαλάνη]:
Απ’ όλα τ’ άστρα τ’ ουρανού ένα είναι που σου μοιάζει
ένα που βγαίνει το πουρνό όταν γλυκοχαράζει.
[Αρβανιτάκη ]:
Κυπαρισσάκι μου ψηλό, ποια βρύση σε ποτίζει,
που στέκεις πάντα δροσερό, κι ανθείς και λουλουδίζεις.
[μαζί]:
Να ’χα το σύννεφ’ άλογο και τ’ άστρι χαλινάρι
το φεγγαράκι της αυγής να ’ρχόμουν κάθε βράδυ.
Αν μ’ αγαπάς κι είν’ όνειρο, ποτέ να μην ξυπνήσω
γιατί με την αγάπη σου ποθώ να ξεψυχήσω.
[Γαλάνη]:
Της θάλασσας τα κύματα τρέχω και δεν τρομάζω
κι όταν σε συλλογίζομαι, τρέμω κι αναστενάζω.
[Αρβανιτάκη]:
Τι να σου πω; Τι να μου πεις; Εσύ καλά γνωρίζεις
και την ψυχή και την καρδιά εσύ μου την ορίζεις.
[μαζί]:
Να ’χα το σύννεφ’ άλογο και τ’ άστρι χαλινάρι
το φεγγαράκι της αυγής να ’ρχόμουν κάθε βράδυ.
Αν μ’ αγαπάς κι είν’ όνειρο, ποτέ να μην ξυπνήσω
γιατί με την αγάπη σου ποθώ να ξεψυχήσω.
[Γαλάνη]]:
Εγώ είμ’ εκείνο το πουλί που στη φωτιά σιμώνω,
καίγομαι, στάχτη γίνουμαι και πάλι ξανανιώνω.
[Αρβανιτάκη]:
Σαν είν’ η αγάπη μπιστική, παλιώνει, μηδέ λιώνει
ανθεί και δένει στην καρδιά και ξανακαινουργώνει.
[μαζί]:
Χωρίς αέρα το πουλί, χωρίς νερό το ψάρι
χωρίς αγάπη δε βαστούν κόρη και παλικάρι.
Αν μ’ αγαπάς κι είν’ όνειρο, ποτέ να μην ξυπνήσω
γιατί με την αγάπη σου ποθώ να ξεψυχήσω.
τζιβαέρι
Αχ! Η ξενιτειά το χαίρεται
Τζιβαέρι μου
Το μοσχολούλουδο μου
σιγανά και ταπεινά
Αχ! Εγώ ήμουνα που το ‘στειλα
Τζιβαέρι μου
Με θέλημα δικό μου
σιγανά πατώ στη γη
Αχ! Πανάθεμά σε ξενιτειά
Τζιβαέρι μου
Εσέ και το καλό σου
σιγανά και ταπεινά
Αχ! Που πήρες το παιδάκι μου
Τζιβαέρι μου
και το ‘κανες δικό σου
σιγανά πατώ στη γη
Τι ήθελα και σ' αγαπούσα
και δεν κάθομαν καλά
πήρα ζάλη στο κεφάλι
δυο μαχαίρια στην καρδιά
Ήθελα να 'ρθω το βράδυ
μ' έπιασε ψιλή βροχή
ας ερχόσουνα βρε φως μου
κι ας γινόσουνα παπί
Είχα ρούχα να σ' αλλάξω
πάπλωμα να σκεπαστείς
και κορμάκι ν' αγκαλιάσεις
ώσπου να το βαρεθείς
Τα ωραία σου τα μάτια
στον καθρέφτη μην τα δεις
γιατί μόνη σ' αγαπιέσαι
και εμένα λησμονείς
Χορέψετε χορέψετε
τα νιάτα να χαρείτε
γιατί σε τούτο τον ντουνιά
δε θα τα ξαναβρείτε
Δώσ' τε του χορού να πάει
τούτη η γης θα μας εφάει
τούτη η γης θα μας εφάει
δώσ' τε του χορού να πάει
Όσοι έχουνε καλή καρδιά
και τακτικά γλεντούνε
μονάχα αυτοί τον ψεύτικο
τον κόσμο θα χαρούνε
Τούτη η γης που την πατούμε
όλοι μέσα θε να μπούμε
όλοι μέσα θε να μπούμε
τούτη η γης που την πατούμε
Χορέψετε χορέψετε
παπούτσια μη λυπάστε
μα εκείνα ξεκουράζονται
τη νύχτα που κοιμάστε
Δώσ' τε του χορού να πάει
τούτη η γης θα μας εφάει
τούτη η γης θα μας εφάει
δώσ' τε του χορού να πάει
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου