Σελίδες

Δευτέρα 2 Απριλίου 2012

Στα ψηλά τα παραθύρια : Ο Σταύρος Κουγιουμτζής δημιουργεί πάνω σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου, Μάνου Ελευθερίου,Μιχάλη Μπυρμπούλη, Α, Δασκαλόπουλου

ενώ σε δύο τραγούδια οι στίχοι είναι δικοί του.

τραγουδούν η Άννα Βίσσυ και ο Γιώργος Νταλάρας


Τα τραγούδια του δίσκου

Στα ψηλά τα παραθύρια (Λ. Παπαδόπουλου) Γ. Νταλάρας
Έχεις την πόρτα σου κλειστή (Μ. Μπουρμπούλη) Γ. Νταλάρας
Σαν σβησμένο καρβουνάκι (Α. Δασκαλόπουλου) Γ. Νταλάρας
Παραμύθι ξεχασμένο (Σ. Δασκαλόπουλου) Α. Βίσση
Αχ τι άδικο (Α. Δασκαλόπουλου) Γ. Νταλάρας
Η πρώτη άνοιξη (Ορχήστρα)
Όλα καλά (Στ. Κουγιουμτζή) Γ. Νταλάρας
Σαν ραγίσει το ποτήρι (Μ. Ελευθερίου) Γ. Νταλάρας
Για την αγάπη πες μου (Α. Δασκαλόπουλου) Α. Βίσση
Κάποιος χτύπησε την πόρτα (Λ. Παπαδόπουλου) Γ. Νταλάρας
Στα χρόνια της υπομονής (Μ. Ελευθερίου) Α. Βίσση
Μη μου θυμώνεις μάτια μου (Στ. Κουγιουμτζή) Γ. Νταλάρας




Στα ψηλά τα παραθύρια


Στα ψηλά τα παραθύρια
δυο ματόφρυδα γιοφύρια
μαύρα μάτια και μεγάλα
ζυμωμένα με το γάλα

Τα ματόκλαδα σου κλείνεις
να περάσω δε μ' αφήνεις

Στο μπαχτσέ στο περιβόλι
ειν' οι δώδεκα Αποστόλοι
τη Ρηνιώ ποτίζουν μέλι
μα εκείνη δε με θέλει

Τα ματόκλαδα σου κλείνεις
να περάσω δε μ' αφήνεις




Έχεις την πόρτα σου κλειστή


Στη γειτονιά σου έρχομαι
και σαν παιδάκι ντρέπομαι
κι εσύ με βλέπεις και γελάς
με βελονάκι με κεντάς

Έχεις την πόρτα σου κλειστή
κι εγώ κομμένος σαν κλωστή
στρώνω κρεβάτι μοναχός
και με λυπάται κι ο Θεός

Στο σπίτι σου με κάλεσες
κι αμέσως το μετάνιωσες
πες μου γιατί φοβήθηκες
και σαν φεγγάρι κρύφτηκες

Έχεις την πόρτα σου κλειστή
κι εγώ κομμένος σαν κλωστή
στρώνω κρεβάτι μοναχός
και με λυπάται κι ο Θεός



Σαν σβησμένο καρβουνάκι


Πέντε χρόνια σ' αγαπούσα
και δεν έβγαζα μιλιά
και το χώμα δεν πατούσα
μην τρομάξουν τα πουλιά

Σαν σβησμένο καρβουνάκι
πεταμένο στη γωνιά
ήταν η δική μου αγάπη
στη δική σου την καρδιά

Ξένος κόσμος μου μιλάει
και μου κάνει συντροφιά
είσαι ρούχο που δε βγαίνει
πάνω απ' τη λαβωματιά

Σαν σβησμένο καρβουνάκι
πεταμένο στη γωνιά
ήταν η δική μου αγάπη
στη δική σου την καρδιά





Αχ τι άδικο


Τόσα χρόνια πολεμούσα μέσα στη φωτιά
το μπαρούτι τ' αψηφούσα και την μπαταριά
μα του Χάρου δεν τ' αρέσει να 'σαι νικητής
και σε βγάζει απ' τη μέση ό,τι και να πεις

Αχ τι άδικο αχ τι άδικο
κάποιο βράδυ να μεθύσω και να σκοτωθώ
παλληκάρι εγώ να σβήσω μες το καπηλειό

Τα πανιά στ' ακροθαλάσσι καμαρώνουνε
κι οι συντρόφοι στο γιορτάσι ξεφαντώνουνε
κάποιας μάγισσας τα χάδια τους μεθύσανε
με πετάξανε στην άμμο και μ' αφήσανε

Αχ τι άδικο αχ τι άδικο
κάποιο βράδυ να μεθύσω και να σκοτωθώ
παλληκάρι εγώ να σβήσω μες το καπηλειό



Η πρώτη Άνοιξη (ορχηστρικό)





όλα καλά

Όλα καλά κι όλα ωραία
χτες ήσουν μ' άλλονε παρέα
και πού σοκάκι να τραγουδήσεις
δεν επιτρέπονται οι αναμνήσεις

Μίλα σιγά και μη φωνάζεις
είμαι κουτός και με τρομάζεις
δε θέλω κόσμο και φασαρία
αύριο μπαίνω στην ανεργία

Έχω ψυχή δεν έχω βράχο
πάλι με άφησες μονάχο
και μια σημαία σ' ένα μπαλκόνι
αλλάζει χρώματα και με σκοτώνει

Όλα καλά κι όλα ωραία
χτες ήσουν μ' άλλονε παρέα
και πού σοκάκι να τραγουδήσεις
δεν επιτρέπονται οι αναμνήσεις



Σαν ραγίσει το ποτήρι

Από μικρή χαραματιά
κοιτούσες νύχτα μέρα
πώς μεγαλώνει μια φωτιά
κι απλώνει στον αγέρα

Σαν ραγίσει το ποτήρι
δεν τ' αγγίζεις άλλο πια
βάζεις μόνο ένα λουλούδι
και στολίζεις μια γωνιά

Μας έχει λιώσει το σκοινί
και το νερό στερεύει
μα το πηγάδι είναι βαθύ
κι η δίψα μας παιδεύει

Σαν ραγίσει το ποτήρι
δεν τ' αγγίζεις άλλο πια
βάζεις μόνο ένα λουλούδι
και στολίζεις μια γωνιά



Για την αγάπη πες μου

Για την αγάπη πες μου
που έχει πια χαθεί
και μια καρδούλα βρες μου
για να με λυπηθεί.

Ένα αγκάθι στην καρδιά μου έχω και πονώ
τον καημό μου τον μεγάλο πώς να σου τον πω
Τον καημό μου τον μεγάλο πώς να σου τον πω
ένα αγκάθι στην καρδιά μου έχω και πονώ

Στης πίκρας το λιοπύρι
περίμενα να ‘ρθεις
Κλειστό μου παραθύρι
και κρίνο της αυγής

Ένα αγκάθι στην καρδιά μου έχω και πονώ
τον καημό μου τον μεγάλο πώς να σου τον πω
Τον καημό μου τον μεγάλο πώς να σου τον πω
ένα αγκάθι στην καρδιά μου έχω και πονώ





κάποιος χτύπησε την πόρτα


Πάρε το στρατί και γύρνα
πάρε το στρατί
σου ‘φερα χρυσό και σμύρνα
ήλιο και γιορτή

Κάποιος χτύπησε την πόρτα
μα ήταν ο βοριάς
και χαμήλωσαν τα φώτα
της παρηγοριάς

Σιγοσβήνει το καντήλι
της υπομονής
κι έχω ανάψει το μαγκάλι
μήπως και φανείς

Κάποιος χτύπησε την πόρτα
μα ήταν ο βοριάς
και χαμήλωσαν τα φώτα
της παρηγοριάς



Στα χρόνια της υπομονής

Αν είναι κόσμος όμορφος
είναι και κόσμος ψεύτης
που μοιάζει σκοτεινό γυαλί
και σαν παλιός καθρέφτης

Στα χρόνια της υπομονής
δε μας θυμήθηκε κανείς
δε μας θυμήθηκε κανείς
στα χρόνια της υπομονής

Τα γράμματα μου γύρισες
χωρίς να τα διαβάσεις
μα πες μου γιατί βιάστηκες
να με καταδικάσεις

Στα χρόνια της υπομονής
δε μας θυμήθηκε κανείς
δε μας θυμήθηκε κανείς
στα χρόνια της υπομονής



μην μου θυμώνεις μάτια μου


Μη μου θυμώνεις μάτια μου
που φεύγω για τα ξένα
πουλί θα γίνω και θα ρθω
πάλι κοντά σε σένα

Άνοιξ' το παραθύρι σου
ξανθέ βασιλικέ μου
και με γλυκό χαμόγελο
μια καληνύχτα πες μου

Μη μου θυμώνεις μάτια μου
τώρα που θα σ' αφήσω
κι έλα για λίγο να σε δω
να σ' αποχαιρετήσω

Άνοιξ' το παραθύρι σου
ξανθέ βασιλικέ μου
και με γλυκό χαμόγελο
μια καληνύχτα πες μου





παραμύθι ξεχασμένο

Παραμύθι ξεχασμένο
η αγάπη που ζητάς
ψεύτικο φλουρί δοσμένο
στη βουή της αγοράς

Τραγούδι λυπημένο
απόψε θα σου πω
για κείνους που αγρυπνάνε
μετρώντας τον καιρό

Μέσα στο όνειρό μου κλαίω
και ξυπνάω με λυγμούς
ψέμα η αγάπη λέω
και παιχνίδι για τρελούς




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου