Σελίδες

Δευτέρα 26 Μαρτίου 2012

Τα αγροτικά : Ο Θωμάς Μπακαλάκος γράφει την μουσική και τους στίχους σε δύο τραγούδια (Γερο - αγρότης, Όχι δεν πουλάμε). Τα υπόλοιπα τραγούδια είναι στίχοι του Διονύση Τζεφρώνη. Τραγουδά ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου. Κυκλοφορία δίσκου: 1975



Όχι δεν πουλάμε

Πάει καλά φέτος η χρονιά,
πάει καλά,
προκόψαν όλα τα σπαρτά. (x2)

Θα ‘ρθουν πάλι τσούρμο οι μεσάζοντες
θα κερδοσκοπήσουν οι μεσάζοντες
και εμείς τα ίδια θα ‘μαστε άλλη μια φορά,
μας παίρνουν τη σοδειά φτηνά.

Όχι δεν πουλάμε. (x4)

Τα παιδιά κάνουνε χαρά
τα παιδιά,
βλέπουνε μπόλικη σοδειά. (x2)

Θα ‘ρθουν πάλι τσούρμο οι μεσάζοντες
θα κερδοσκοπήσουν οι μεσάζοντες
και εμείς τα ίδια θα ‘μαστε άλλη μια φορά,
μας παίρνουν τη σοδειά φτηνά.

Όχι δεν πουλάμε. (x4)


Αυτή είναι η αγροτιά

Δεν ξεχωρίζει το χωράφι απ' την καρδιά του
και από τα στάχυα δεν χωρίζει τα παιδιά του
και από τα στάχυα δεν χωρίζει τα παιδιά του.

Η φαμίλια του κι οι γιοι του κι οι γιοι του
το καμάρι κι η ψυχή του κι η ψυχή του
Σπίτι δουλειά, σπίτι δουλειά αυτή είναι η αγροτιά. (x2)

Παλιό τ' αλέτρι μα την κάνει την δουλειά του
σπουδάζει η κόρη και ο γιος τα ιδανικά του
σπουδάζει η κόρη και ο γιος τα ιδανικά του.

Η φαμίλια του κι οι γιοι του κι οι γιοι του
το καμάρι κι η ψυχή του κι η ψυχή του.
Σπίτι δουλειά, σπίτι δουλειά αυτή είναι η αγροτιά. (x2)




Γεια και χαρά σας βρε πατριώτες

Ήρθε ο βουλευτής στο χωριό, βόλτες από κει και από δω
μοιράζει υποσχέσεις στους αγρότες,
θα σας γλιτώσουμε από τη δυστυχία,
νερό θα φέρουμε θα φτιάξουμε σχολεία
κι όσο για τα φτωχά κορίτσια σας γαμπρούς εμείς θα βρούμε.

Γεια και χαρά σας βρε πατριώτες
και εμέ οι παππούδες μου ήταν αγρότες γεια σας.(δις)

Ήρθε ο βουλευτής στο χωριό βόλτες από κει και από δω
μοιράζει υποσχέσεις στους αγρότες,
θα γίνει αύξηση τιμής των προϊόντων,
θα αυξηθούν και οι συντάξεις των γερόντων,
νοσοκομεία θα σας χτίσουμε οι εκλογές ζυγώνουν.

Γεια και χαρά σας βρε πατριώτες
και εμέ οι παππούδες μου ήταν αγρότες γεια σας. (δις)

Μπήκε ο βουλευτής στη βουλή βόλτες από δω και από κει
θρονιάστηκε σαν διάνος στην Αθήνα
και μην τον είδατε το φίλο τον λεβέντη
απ' το χωριό μας δεν περνάει ούτε για γλέντι
και όσα μας είχε τάξει ήταν λαγοί με πετραχήλια.

Γεια και χαρά σας βρε πατριώτες
και εμέ οι παππούδες μου ήταν αγρότες γεια σας. (δις)



Αγονη γραμμή

Τα Σαββατόβραδα στα σπιτικά κλεισμένοι δεν μιλάμε
τώρα στα έρημα χωριά μείνανε γέροι και παιδιά
τα έρμα να φυλάμε

Τα παλικάρια φύγανε να βρουν δουλειά στην πόλη
ξεράθηκαν τ' αμπέλια μας χορτάριασε τ' αλώνι

Το απομεσήμερο στο λιακωτό πέρα μακριά κοιτάμε
άγονη είναι τούτη η γραμμή κι ούτε ανθρώποι κι ούτε θεοί
για μας πια δε ρωτάνε

Τα παλικάρια φύγανε να βρουν δουλειά στην πόλη
ξεράθηκαν τ' αμπέλια μας χορτάριασε τ' αλώνι


τα μάθαμε τα μάθαμε

Η δασκαλίτσα μας νωρίς
για ύπνο πάει
κι ο γιατρουδάκος μας
παρέα της κρατάει.

Βρε τι να λεν' ολονυχτίς
ο νους μας δεν το βάνει.
Τα μάθαμε, τα μάθαμε
τραβάνε για στεφάνι.

Ο αγροφύλακας
με τη μαμή τη δόλια
ραδικοβλάσταρα
μαζεύαν στα περβόλια.

Βρε τι να λεν' ολονυχτίς
ο νους μας δεν το βάνει.
Τα μάθαμε, τα μάθαμε
τραβάνε για στεφάνι.

Ήρθε με άδεια
ο Τάσος λοχίας
κι όλη την πέρασε
στο σπίτι της Μαρίας.

Βρε τι να λεν' ολονυχτίς
ο νους μας δεν το βάνει.
Τα μάθαμε, τα μάθαμε
τραβάνε για στεφάνι.


ήταν παιδί της αγροτιάς

Κόκκινο στάζει το αίμα του,
άσφαλτος μαύρη, γύρω του,
και τα βιβλία σκόρπισαν
και εκείνος είπε "μάνα μου"
και εκείνος είπε "μάνα μου".

Άραγε βρέχει στο χωριό
καπνίζουνε τα τζάκια,
ήταν παιδί της αγροτιάς
μαζί με τόσους άλλους
ήταν παιδί της αγροτιάς
μαζί με τόσους άλλους.

Πήγανε και τον πήρανε
δυο φίλοι και ο πατέρας του,
και κλείνοντας τα μάτια του
είπε σιγά είπε σιγά "μανούλα μου",
και κλείνοντας τα μάτια του
είπε σιγά είπε σιγά "μανούλα μου".

Άραγε βρέχει στο χωριό
καπνίζουνε τα τζάκια ,
ήταν παιδί της αγροτιάς
μαζί με τόσους άλλους
ήταν παιδί της αγροτιάς
μαζί με τόσους άλλους.


Ο Αντύπας

Να θυμηθούμε χωριανοί απόψε τον Αντύπα,
τον φάγανε σαν το σκυλί οι παλιοτσιφλικάδες
τον φάγανε σαν το σκυλί οι τύραννοι φονιάδες

κλαίγανε οι κολλίγοι το φονικό τους τάραξε
πέρασαν τόσα χρόνια και μόνο ο αφέντης άλλαξε
καβάλα στ' άλογά σας πάρτε τη γη δικιά σας
καβάλα στ' άλογά σας πάρτε τη γη δικιά σας

να θυμηθούμε χωριανοί του Κιλελέρ το αίμα
το χύσανε σαν το κρασί οι παλιοτσιφλικάδες
το χύσανε σαν το κρασί οι τύραννοι φονιάδες.


Απεργία

Βάλτε όλοι μια φωνή
θέλουμε και εμείς ψωμί
έχει και η αγροτιά
και στομάχι και καρδιά.

Νύχτα και πρωί
ένα με τη γη,
χωρίς ανάσα μια,
φτάνει πια, φτάνει πια,
απεργία. (x3)

Μάνα κάτσε στη γωνιά,
άλλο γλέντι αρχινά
τώρα ήρθε ο καιρός
για να πάμε λίγο μπρος.

Νύχτα και πρωί
ένα με τη γη,
χωρίς ανάσα μια,
φτάνει πια ,φτάνει πια,
απεργία. (x3)

Δεν χωράνε λόγια πια,
παρατήστε τη δουλειά
με τραχτέρ απ' το χωριό
για την πόλη μια και δυο.

Νύχτα και πρωί
ένα με τη γη,
χωρίς ανάσα μια,
φτάνει πια ,φτάνει πια,
απεργία. (x3)



Μετανάστευση

Την Κυριακή κι άλλο παιδί μας φεύγει,
μακριά στα ξένα την τύχη του γυρεύει.
Αχ, και τι να κάνουν τα παλικάρια
στο καφενείο χαρτιά και ζάρια
ανάθεμα,
μπαίνουν στα τρένα πάνε στα ξένα ,
ανάθεμα. (x2)

Στο μεσοχώρι κανένας δε γελάει
κι άλλη μια μάνα το γιο ξεπροβοδάει.
Αχ, και τι να κάνουν τα παλικάρια
στο καφενείο χαρτιά και ζάρια
ανάθεμα,
μπαίνουν στα τρένα πάνε στα ξένα
ανάθεμα. (x2)


Γερό αγρότης

Γέρο-αγρότης είμαι,
βασανίστηκα σ' αυτή τη γη
στη γωνιά μου καθισμένος,
μέτρησα τι μου 'δωσε η ζωή.

Έχω μια σύνταξη πείνας,
δύσκολα βγαίνει ο μήνας
και ακριβό το γιατρικό
μαύρα γεράματα που θα περάσω
ώσπου στη γη μου να ησυχάσω
παράπονο πικρό - παράπονο πικρό.

Μένω σε μια κόρη
και μου δίνει μια μπουκιά ψωμί
φτωχιά και εκείνη
περιμένει τέταρτο παιδί.

Έχω μια σύνταξη πείνας,
δύσκολα βγαίνει ο μήνας
και ακριβό το γιατρικό
μαύρα γεράματα που θα περάσω
ώσπου στη γη μου να ησυχάσω
παράπονο πικρό - παράπονο πικρό.



εσυ μαζεύεις την σοδειά

Εσύ πονάς για το ψωμί
με δάκρυα το ποτίζεις
αυτή τη γη την αγαπάς
μ' ιδρώτα τη ραντίζεις
αυτή τη γη την αγαπάς
μ' ιδρώτα τη ραντίζεις.

Σου λένε λόγια τρανταχτά
τον ουρανό σου τάζουν
εσύ μαζεύεις τη σοδειά
και άλλοι στην αρπάζουν. (x2)

Μπορείς και εσύ αλλού να πας
μα δρασκελιά δεν κάνεις
με το ζουρνά τα δειλινά
πικρά τραγούδια πιάνεις. (x2)

Σου λένε λόγια τρανταχτά
τον ουρανό σου τάζουν
εσύ μαζεύεις τη σοδειά
και άλλοι στην αρπάζουν. (x2)

Μα θα 'ρθει κάποτε καιρός
αφέντης πια να γίνεις
χωρίς καημούς και στεναγμούς
το ούζο σου να πίνεις. (x2)

Σου λένε λόγια τρανταχτά
τον ουρανό σου τάζουν
εσύ μαζεύεις τη σοδειά
και άλλοι στην αρπάζουν. (x2)


Αγαπημένη

Τις νύχτες αν ερχόμουν μαζί σου,
μας έβρισκε η ανατολή
ήταν γλυκιά και ωραία η μορφή σου
αχ, ανάσταση το φιλί, το φιλί.

Αγαπημένη στην ποταμιά
με βρήκε έρμο και αυτή η χρονιά
με βρήκε έρμο και αυτή η χρονιά
είμαι μονάχος σαν καλαμιά, σαν καλαμιά.

Της ερημιάς τα χρόνια μετράω
κι όπως παλιά να ‘ρθεις λαχταρώ
δρόμους γιαλούς και χώρες περνάω
μα ,δεν μπορώ να σε βρω,
να σε βρω.

Αγαπημένη στην ποταμιά
με βρήκε έρμο και αυτή η χρονιά
με βρήκε έρμο και αυτή η χρονιά
είμαι μονάχος σαν καλαμιά, σαν καλαμιά.


Πανηγύρι

Πανηγύρι, πανηγύρι, πανηγύρι
πιάστε χέρια βρε παιδιά,
μη σας σκιάζει ο φόβος πια
τα νταούλια να βαρούν
οι αγρότες να χαρούν.

Άιντε κι άλλη μια
για τη λευτεριά
για να ‘ρθει στα χωριά ξαστεριά
για να ‘ρθει στα χωριά ξαστεριά.

Πανηγύρι. (x6)

Πανηγύρι, πανηγύρι, πανηγύρι
πιέστε ούζο τσικουδιά
θα ‘χουμε καλή σοδειά
ωχ, αμάν και τη γιορτή
χάνει η μάνα το παιδί.

Άιντε κι άλλη μια
για τη λευτεριά
για να ‘ρθει στα χωριά ξαστεριά
για να ‘ρθει στα χωριά ξαστεριά.

Πανηγύρι. (x6)

Πανηγύρι, πανηγύρι, πανηγύρι
πες τραγούδια όσα θες
που δεν τα ‘λεγες προχτές
όλοι αντάμα στη χαρά
μα και στην αναποδιά .

Άιντε κι άλλη μια
για τη λευτεριά
για να ‘ρθει στα χωριά ξαστεριά
για να ‘ρθει στα χωριά ξαστεριά.

Πανηγύρι (x6)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου