Μου έκαμε πολλά
Πικρά κι ανεπίτρεπτα
Λάθη βουνό.
Ξαφνικά κι ολοένα μού έφευγε κυνηγώντας τον
μόλις που τον πρόφταινα
στην άκρη-άκρη του γκρεμού
άλλοτε κρυμμένος
πίσω από μάσκες τερατώδεις με περιγελούσε
με διέσυρε, με ατίμασε
μες στους καθρέφτες όλους, κλέβοντας
τον χρόνο και τον πόθο μου
άσωτα για να τους σκορπίσει
στους κόκκινους ανέμους της παραφοράς.
Καρτερικά τον υπόμεινα μισώντας τον
τρυφερά τον κανάκεψα, συγχωρώντας τον
σε αγώνα ματωμένο τον προκάλεσα
τον στόλισα με όνειρα πολύτιμα
τον έσπρωξα στο πηγάδι
τον αγάπησα, τον καταράστηκα
κρυφά τις νύχτες έλπισα κι ευχήθηκα τον θάνατό του.
Στο τέλος, σέρνοντας ήρθε, δαρμένο σκυλί
και κούρνιασε δίπλα μου
ραγισμένος απ’ την ηλικία, γυρεύοντάς μου
να γεράσουμε μαζί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου