Τις ημερες εκεινες εκαναν συναξη μυστικη τα παιδια και λαβανε την αποφαση
,επειδη τα κακα μαντατα πληθαιναν στην πρωτευουσα
το μονο πραγμα που τους ειχε απομεινει
πουκαμισο
η Ανοιξη
, να βγουν εξω σε πλατειες με: μια παλαμη τοπο κατω απο τ' ανοιχτο, με τις μαυρες τριχες και το σταυρουδακι του ηλιου. Οπου ειχε κρατος.Και επειδη σιμωνε η μερα που το Γενος ειχε συνηθιο να γιορταζει τον αλλο
Σηκωμο
καταμπροστα στον ηλιο
νεοι με τα πρησμενα ποδια που τους ελεγαν αλητες
πολλοι
αξαφνα στην οψη τους τοσες χαρακιες
σε λιγην ωρα
, τη μερα παλι εκεινη ορισανε για την Εξοδο. Και νωρις εβγηκανε, με πανου ως κατου απλωμενη την αφοβια σα σημαια, οι. Και ακολουθουσανε αντρες, και γυναικες, και λαβωμενοι με τον επιδεσμο και τα δεκανικια. Οπου εβλεπες, που 'λεγες ειχανε περασει μερες πολλες μεσα.Τετοιας λογης αποκοτιες
, ωστοσο, μαθαινοντες οι Αλλοι, σφοδρα ταραχτηκαν.Και τρεις φορες με το ματι αναμετρωντας το εχει τους
εξω σε δρομους και σε πλατειες
πηχη φωτια κατω απ
μητε κλωνος μητε ανθος
, λαβανε την αποφαση να βγουν, με το μονο πραγμα που τους ειχε απομεινει: μια' τα σιδερα, με τις μαυρες κανες και τα δοντια του ηλιου. Οπου, δακρυο ποτε δεν εβγαλαν. Και χτυπουσανε οπου να 'ναι,σφαλωντας τα βλεφαρα με απογνωση
ητανε αλλος δρομος πανω σ
αυτος
της απελπισιας
τους ελεγαν αλητες
και τα δεκανικια
. Και η Ανοιξη ολοενα τους κυριευε. Σαν να μην' ολακερη τη γη, για να περασει η Ανοιξη παρα μοναχα, και να τον ειχαν παρει αμιλητοι, κοιταζοντας πολυ μακρια, περ' απ' την ακρη, τη Γαληνη που εμελλαν να γινουν, οι νεοι με τα πρησμενα ποδια που, και οι αντρες, και οι γυναικες, και οι λαβωμενοι με τον επιδεσμο.Και περασανε μερες πολλες μεσα σε λιγην ωρα
. Και θερισανε πληθος τα θηρια,και αλλους εμαζωξαν. Και την αλλη μερα εστησανε στον τοιχο τριαντα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου