Πόσο βαθὺ κι ἀσήμαντο συνάμα,
τῆς Ζωῆς καὶ τῆς Τέχνης σου τὸ δρᾶμα,
σ᾿ ἕνα παιχνίδι μάταιο καὶ γελοῖο,
τοῦ Νοῦ σου νὰ σκορπᾷς τὸ μεγαλεῖο!
Μέρα-νύχτα νὰ παίζεις μὲ τὶς λέξεις,
πῶς, πρέπει, μεταξύ των, νὰ τὶς πλέξεις
καὶ πῶς, μαζί, νὰ σμίξεις κάποιους ἤχους,
ὥστε νὰ κλείσεις τ᾿ Ὄνειρο σὲ στίχους!
Πόσος κόπος καὶ πόνος κι ἀγωνία,
νὰ πλάσεις ἀπ᾿ τὴ θλίψη σου ἁρμονία
καὶ νὰ τὴ πλάσεις μ᾿ ὅλους σου τοὺς τρόπους,
γιὰ νὰ τὴ ξαναδώσεις στοὺς ἀνθρώπους!
Μήτε κι ἀληθινὰ ποὺ ξέρω πρᾶμα
πιὸ θλιβερό, ἀπ᾿ τοῦ πόνου σου τὸ δρᾶμα,
τοῦ Πόνου αὐτοῦ, ποὺ στέργει γιὰ κλουβί του,
τὸ χῶρο ἑνὸς ἀνθρώπινου ἀλφαβήτου!
Κι ἀφοῦ, σὰ τὰ μικρὰ παιδάκια, παίξεις,
τόσο καιρό, μὲ ρίμες καὶ μὲ λέξεις
κι ὅλες σου τὶς ἐλπίδες ἀφανίσεις,
χαμένος, ὅλος, μέσ᾿ στὶς ἀναμνήσεις,
μόλις φανοῦν οἱ πρῶτες μαῦρες τύψεις
κι ἔρθ᾿ ἡ στιγμὴ νὰ σκύψεις, νὰ μὴ σκύψεις,
μὰ παίρνοντας μαζὶ τὸ θησαυρό σου,
τὸ Γολγοθᾶ σου ἀνέβα καὶ σταυρώσου!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου