24-7-29
Αυτός που αυτοκτονεί γιατί του ήρθε μια μεγάλη λύπη στη ζωή, αυτός είνε ένας ανάξιος της ζωής, δεν έπρεπε να τον έχη δεχτή καθόλου. Είνε ένας μικρόψυχος. Εξαιρώ όσους αυτοκτονούν γιατί είνε άρρωστοι, είτε σωματικά, είτε ψυχικά. Φυσικά είνε ταπεινωτικό να ζη κανείς στο περιθώριο της ζωής, κι’ όμως να ζη! Μα δεν πρόκειται γι’ αυτούς, τώρα. Ο πόνος είνε το φριχτό και το μεγάλο δώρο. Να τον δεχτής για να στραγγίσης τη ζωή ως την τελευταία σταγόνα. Να τον δεχτής για να παλαίψης, ο αγώνας είνε η ζωή. Η αντίδρασή σου σε κάθε χτύπημα είνε μια νίκη, όσο κι αν χάνεις λίγο λίγο έδαφος, γιατί βέβαια εσύ θα εξαντληθείς όχι η ζωή. // Μα αυτή η απεγνωσμένη προσπάθεια, το κατανάλωμα της ψυχής μας, της ζωής μας όλης, τι αφάνταστα φριχτό και τι σεμνά μεγαλειώδες! «Καθήκον» λέξις τριμμένη, σχεδόν χωρίς ουσία και μισητή. Τι ανύψωμα θάπρεπε να της δώσω, τι ντύσιμο να της κάνω – μάλλον τι ξεντύσιμο – για να τη δώσω στον αγώνα της ζωής! Ένα καθήκον ευγενείας. Είνε ευγένεια το δόσιμο στην καταστροφή της ζωής. Πόσες γωνιές της ψυχής σου θα φωτισθούν, τι εξαΰλωμα, εξαγίασις ο σπαραγμός, η συντριβή, η ταπεινωσύνη. Στο βάθος του πόνου ολοένα, που να τελειώνουν όλα μπρος στα μάτια σου, που να σου λείπει η πνοή, που να νιώθης κάθε στιγμή τη λόγχη στα σπλάχνα, έτσι πέρνεται η μεγάλη γαλήνη της μορφής και το φωτοστέφανο της Ζωής: ένας άξιος άνθρωπος! Έτσι μόνο θ’ αξιωθής, όταν η μεγάλη στιγμή φτάση, να καταλάβεις βαθιά ότι έζησες, ότι τη Ζωή την πήρες όλη, ότι τόσο την εξάντλησες, ώστε αν κανείς σου πρότεινε ένα ξαναγύρισμα να αρνηθής με κάθε ειλικρίνεια και απλότητα. [Αυτή είνε η μεγάλη στιγμή. Η αναμονή του θανάτου για τη δικαίωση, την ανάπαυση, απέριττη και ωραία.]
Μαρία Πολυδούρη
Από το περιοδικό «Νέα Εστία», τεύχος 1331, Χριστούγεννα 1982.
Ανεπίδοτη Επιστολή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου