Η κάμαρα ήταν πτωχική και πρόστυχη,
κρυμμένη επάνω από την ύποπτη ταβέρνα.
Απ’ το παράθυρο φαίνονταν το σοκάκι,
το ακάθαρτο και το στενό. Από κάτω
ήρχονταν ή φωνές κάτι εργατών
πού έπαιζαν χαρτιά και πού γλεντούσαν.
Κ' εκεί στο λαϊκό, το ταπεινό κρεβάτι
είχα το σώμα του έρωτος, είχα τα χείλη
τα ηδονικά και ρόδινα της μέθης –
τα ρόδινα μιας τέτοιας μέθης, πού και τώρα
πού γράφω, έπειτ' από τόσα χρόνια!,
μες στο μονήρες σπίτι μου, μεθώ ξανά.
κρυμμένη επάνω από την ύποπτη ταβέρνα.
Απ’ το παράθυρο φαίνονταν το σοκάκι,
το ακάθαρτο και το στενό. Από κάτω
ήρχονταν ή φωνές κάτι εργατών
πού έπαιζαν χαρτιά και πού γλεντούσαν.
Κ' εκεί στο λαϊκό, το ταπεινό κρεβάτι
είχα το σώμα του έρωτος, είχα τα χείλη
τα ηδονικά και ρόδινα της μέθης –
τα ρόδινα μιας τέτοιας μέθης, πού και τώρα
πού γράφω, έπειτ' από τόσα χρόνια!,
μες στο μονήρες σπίτι μου, μεθώ ξανά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου