1
Σε φυγαδέψαν οι γονοί σου
-κλέφτες του ό,τι ο Θεός δίνει-
τόρα στ’ ανάβλεμμά σου τ’ άστρα
πιάνουν του χαλασμού τη δίνη
και πέφτουνε ώς τα γόνατά μου
αναλυμένο δακρυοβόλι,
και γω στον κόρφο μου τα κρύβω
και δε με πιάνει οργή και βόλι.
Και θεοκυνήγητος αν κλαίγω,
δε σβιεί η φλόγα των εντός μου,
είσαι του αίματός μου αίμα
και είσαι σάρκα της σαρκός μου.
Σε φυγαδέψαν οι γονοί σου
-κλέφτες του ό,τι ο Θεός δίνει-
τόρα στ’ ανάβλεμμά σου τ’ άστρα
πιάνουν του χαλασμού τη δίνη
και πέφτουνε ώς τα γόνατά μου
αναλυμένο δακρυοβόλι,
και γω στον κόρφο μου τα κρύβω
και δε με πιάνει οργή και βόλι.
Και θεοκυνήγητος αν κλαίγω,
δε σβιεί η φλόγα των εντός μου,
είσαι του αίματός μου αίμα
και είσαι σάρκα της σαρκός μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου