Ήρθα μια μέρα, οδηγημένη απ’ την ιερή σου
αγάπη, εμπρός στο κύμα το γλαυκό
και μ’άφησες τότε να ιδώ τη φλογερή σου
πληγή στο στήθος σου το νεανικό.
Τότε μου μίλαες με την ήσυχη φωνή σου
για τη ζωή σου, ατέλειωτο κακό
κι’ ως ένοιωθες βαθιά πως φτάνω ως την ψυχή σου,
ανάβρυζε το δάκρι σου γλυκό.
Κ’ ήταν χαράς χαρά να κλαίμε τραγουδώντας
στην ίδια λύρα, μάντεμα πικρό
τη μοναξιά μας και σάμπως λησμονώντας,
Με τι χαρά το μέτωπό σου να ραντίσω
με τον πικρό της θάλασσας αφρό,
πέρα τα κύματα έτρεχα να προϋπαντήσω.
αγάπη, εμπρός στο κύμα το γλαυκό
και μ’άφησες τότε να ιδώ τη φλογερή σου
πληγή στο στήθος σου το νεανικό.
Τότε μου μίλαες με την ήσυχη φωνή σου
για τη ζωή σου, ατέλειωτο κακό
κι’ ως ένοιωθες βαθιά πως φτάνω ως την ψυχή σου,
ανάβρυζε το δάκρι σου γλυκό.
Κ’ ήταν χαράς χαρά να κλαίμε τραγουδώντας
στην ίδια λύρα, μάντεμα πικρό
τη μοναξιά μας και σάμπως λησμονώντας,
Με τι χαρά το μέτωπό σου να ραντίσω
με τον πικρό της θάλασσας αφρό,
πέρα τα κύματα έτρεχα να προϋπαντήσω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου