τὶς ἔκοψα γεμίζοντας, ὡς τότε, τὴν ἀγκάλη.
Μονάχα τώρα θλιβερὸ κι᾿ ἂν ἔστηνα καρτέρι
δὲ σ᾿ εἶδα ξάφνου πλάι μου νὰ προσπερνᾶς καὶ πάλι.
Τὸ Δάσος σιγαλότατο στὸ λαῦρο μεσημέρι,
τὶς λεῦκες τὶς γλυκόλογες μὲ τὰ γιγάντια κάλλη,
μ᾿ ἀπ᾿ ὅλα τὸ σπιτάκι σου - καημὸ ποὺ μοὔχει φέρει,
τὰ βρῆκα δίχως σένανε καὶ δίχως ἐλπίδα ἄλλη
Νὰ σὲ ξαναβρῶ - θἄσωνα νὰ καρτεράω χρόνια.
Κ᾿ ἔκλαψα. Μὰ θυμήθηκα στερνὰ ποὺ ξεκινοῦσες
μὲ συνοδεία μουσικὴ τὰ δέντρα καὶ τ᾿ ἀηδόνια
Μὲ τὴ ματιὰ νοσταλγικιὰ στὰ γύρω ποὺ σκορποῦσες
καὶ στὴν καρδιά μου σ᾿ ἔκλεισα, μὲ σὲ νὰ χαιρετήσω
ὅλα ποὺ μ᾿ ἔκανες ἐσὺ νὰ ἰδῶ καὶ ν᾿ ἀγαπήσω.
συλλογή: Ξεφάντωμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου