Σελίδες

Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2024

ΑΠΟΙΚΟΙ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ / Φαϊτάς Βασίλης

 


Δεν φθάσαμε σ’ άλλη γη
εμείς οι πρώτοι άποικοι της νύχτας
τα χρόνια μας τ αφήσαμε στις φτωχογειτονιές
να μεγαλώνουν να γέρνουν και να πεθαίνουν
τα μάτια μας τα εξαντλήσαμε
ακύμαντα και σιωπηλά τις νύχτες.
Σ’ αυτή τη θάλασσα
ριζώσαμε.
Σ’ αυτούς τούς δρόμους τη ζωή μας σπαταλήσαμε
την ηχώ μας ανέκκλητα ξεχάσαμε.

ΚΥΠΡΟΣ: ΦΛΟΓΕΣ ΣΤΗ ΝΙΟΤΗ

 


Ταξιδεύαμε με τον «Πήγασο» στο μέλλον
πλέαμε σε θάλασσες πέραν του Αιγαίου
για το νησί της Αφροδίτης
με ρούχα τουριστών διαβατήρια
με άλλα ονόματα και πατρίδες
οι καρδιές μας έδειχναν κατακεί που μας περίμεναν
φλόγες πολέμου λόφοι του αίματος
προσωπεία θανάτου.

Πέρασε πολύς καιρός από τότε αλλά θυμάμαι
φωτογραφίες της νιότης ανώνυμους πολεμιστές της ιστορίας
τη διαφάνεια των μακρινών φωνών
το κορίτσι που έστελνε γράμματα στους κωδικούς της χίμαιρας
το κυνηγητό στα δάση
πάνω σε ένα κλεμμένο land-rover των Βρετανών
στις βορεινές ακτές κάποιος έδειχνε
το σκαρί ενός πολεμικού που φλεγόταν.

Αυτά συνέβησαν χρόνια πριν
περαστική στιγμή μες στη ροή
ο πλους του «Πήγασου» οι χαμένες ζωές της νιότης
το κορίτσι με τα γράμματα
δεν υπάρχουν πια
άλλους τους βρήκε ο θάνατος εκεί
άλλους αργότερα ο χρόνος.

Θητεία στο 21ο Σύνταγμα Πεζικού, 1964

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΠΟΙΗΜΑ / Φαϊτάς Βασίλης

 


Εφήμερα όντα εφήμερα έργα
τίποτα δεν διαρκεί όσο το άπειρο
στο αναπόδραστο ξέφωτο βαδίζοντας
οι γέρικοι άνεμοι τον προσπερνούσαν
μακριά ένα ακορντεόν έπαιζε
για όσους είχαν πεθάνει
μπορείς να ζήσεις και έξω από τις μέρες σου
όταν έχεις ένα φως στην καρδιά σου.

Ο ποιητής
σε αβέβαιους δρόμους
καταποντισμένος
αόρατος μύστης στο αποτυχημένο ποίημα της καρδιάς
αρχή και τέλος από κάτι άπιαστο
συναρμολογούσε τις ανυπεράσπιστες
μαρτυρίες του σκότους του
στη χόβολη της αβύσσου
ανασύροντας γονατιστός
μια ψυχή καλύτερη από τη δική του.

ΤΟ ΤΖΑΜΙ ΓΥΜΝΟ / Γιώργος Αλεξανδρής


Στο παράθυρο, του ανέμου η οργή
απελπισμένη κραυγή,
ανήλεη η θυελλώδης βροχή
ανάκρουσης φωνή
και μία γλυκιάς νοσταλγίας μορφή,
ελεύθερη ψυχή,
υπέρλαμπρη στην ξαφνική αστραπή,
στη λάμψη της εσύ.

Πεισματάρα η φύση και σκληρή,
του ανέμου η οργή,
πόνος, δάκρυ και λαλιά θλιβερή
η θυελλώδης βροχή,
ανυπόταχτοι χρόνοι και καιροί
ενθυμήσεις εσύ,
στο γυμνό τζάμι σκιά  σκοτεινή,
η προσδοκία θαλπωρή.

Κατατρεγμένη σκέψη χωρίς δισταγμό
με χέρι στιβαρό,
θρύψαλα το τζάμι με αναστεναγμό
και το αίμα πηχτό,
στ’ απόμακρα του χθες εσύ κι εγώ
πριν το χωρισμό,
αγάπης φιλί σε κομμένο ανθό,
αγκάλιασμα στερνό.

Η θλίψη στον ανίερο μαρασμό
αδυσώπητο κενό,
ασέληνη η νύχτα, κρίμα κρυφό
το όνειρο το σεπτό,
η θωριά σου καντήλι σβηστό
στης ζωής το ναό
και πού να σταθώ και πώς να σε δω
πίσω από τζάμι γυμνό.

             Γιώργος  Αλεξανδρής
            www.alexandris23.net