γράφει η Αναστασία Βάρελη*
Ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, μέσα
από την θεατρική τριλογία του, Ματωμένος Γάμος(1933), Γέρμα(1934)
και Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα(1936), ταξιδεύει τους αναγνώστες στην
Ισπανική ύπαιθρο και συγκεκριμένα στην Ανδαλουσία, όπου μέσα από τέσσερις
οικογένειες αναδεικνύεται η θέση και η κοινωνική αντιμετώπιση του γυναικείου
φύλου εκείνη την εποχή, αλλά και το ηλικιακό χάσμα μεταξύ των γυναικών και
συνεπώς ο τρόπος σκέψης και αντίληψης.
Κοινό στοιχείο των τριών αυτών έργων είναι κυρίως η σεξουαλική καταπίεση
που υφίστανται οι νεαρές γυναίκες του χωριού, οι οποίες νυμφεύονται άντρες
κατόπιν υποδείξεως του πατέρα τους ή της μητέρα τους όταν ο πατέρας έχει
πεθάνει. Το μόνο αίσθημα που μπορεί να υπάρχει σε κάποιες περιπτώσεις είναι η
αμοιβαία συμπάθεια, αλλά σε καμία περίπτωση ερωτική αγάπη. Οι οικογένειες είχαν
το χρέος να διαλέξουν τους γαμπρούς που θα έπαιρνε η κάθε γυναίκα. Σημαντικό
κριτήριο ήταν, το επάγγελμα και η περιουσία, ιδιαίτερα, όταν η νύφη είχε προίκα.
Η Μπερνάρντα Άλμπα θεωρεί, ότι στο χωριό κανένας δεν είναι άξιος γαμπρός για
τις κόρες της και τονίζει ότι ποτέ δεν
θα έδινε κάποια από τις θυγατέρες τις σε βοσκό. Επίσης η Γέρμα μέσα από μία
συζήτηση, εξομολογείται ότι ποτέ δεν πόθησε τον άντρα της, αλλά τον παντρεύτηκε
ύστερα από εντολή του πατέρα της. Στον Ματωμένο Γάμο, η μητέρα του γαμπρού,
συζητά με τον πατέρα της νύφης αναφέροντας ότι και οι δύο έχουν περιουσία, με
τον πεθερό να έχει φιλοδοξίες για τον γαμπρό του, να καλλιεργήσει τα χωράφια
του, καθώς όπως λέει αυτές οι δουλειές αναλογούν μόνο στους άντρες. Μέσα από
τον εμβληματικό χαρακτήρα της Μπερνάρντα Άλμπα, αναδεικνύεται, η μητριαρχία
εκείνης της εποχής και οι επιπτώσεις που έχει στα υπόλοιπα μέλη της
οικογένειας. Από την μία, η Μπερνάρντα βυθίζει την ίδια και τις νεαρές κόρες
τις, σ’ένα αυστηρό πένθος οχτώ χρόνων με απαραβίαστους κανόνες αιώνων, ενώ σε
πολλές σκηνές χάνει τον έλεγχο φωνάζοντας και χειροδικώντας στις κόρες τις. Από
την άλλη, τα κορίτσια του σπιτιού, λουλούδια έτοιμα ν’ ανθίσουν ανυπομονούν να
ελευθερωθούν από την μητέρα τους και το σπίτι και να γνωρίσουν τον πραγματικό
έρωτα. Βλέπουν τους θεριστές να περνούν και εκφράζουν την επιθυμία τους για
αντρική αγκαλιά, με μόνη εξαίρεση την Ανγκούστιας που ετοιμάζεται να παντρευτεί
τον Πέπε Ρομάνο.
Η τιμή κάθε οικογένειας, είναι η παρθενία
των θηλυκών της, η οποία πρέπει να προφυλαχθεί με οποιοδήποτε τίμημα, μέχρι τον
γάμο. Στο έργο Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα, διαδραματίζεται μια σκηνή,
όπου μια ανύπαντρη κοπέλα γέννησε και για να κρύψει την ντροπή της από τους
οικείους της και τους συγχωριανούς της, σκότωσε το παιδί και το έκρυψε στις
πέτρες, οι σκύλοι το ξέθαψαν και το πήγαν στο κατώφλι της. Οι άντρες το έμαθαν
και την έφεραν σέρνοντας στον κατήφορο για να την σκοτώσουν. Η Αδέλα( η
μικρότερη κόρη της Μπερνάρντα Άλμπα) βλέποντας αυτό το σκηνικό και ταυτόχρονα
την μητέρα της να επικροτεί με πάθος μια τέτοια συμπεριφορά, αγγίζει την κοιλιά
της και ανησυχεί για την ζωή της. Στο τέλος η Αδέλα αυτοκτονεί και η Μπερνάρντα
φωνάζει μια φράση η οποία εμπερικλείει όλο το νόημα της τριλογίας « Η μικρή
κόρη της Μπερνάρντα Άλμπα πέθανε παρθένα!»
Η Γέρμα αν και παντρεμένη, προσπαθεί μάταια να υπερασπιστεί την
γυναικεία της τιμή λέγοντας συνεχώς στον σύζυγό της ότι ουδέποτε κοίταξε
ερωτικά άλλον άντρα, ο οποίος επηρεασμένος από τα λόγια του κόσμου και κυρίως
τις αδερφές του, της έχει απαγορεύσει να κυκλοφορεί μόνη της έξω, διότι είναι
πεπεισμένος ότι η Γέρμα φλερτάρει με άλλους.
Στο τέλος κάθε έργου, οι γυναίκες
σε μια προσπάθεια διεκδίκησης της κοινωνικής και σεξουαλικής τους απελευθέρωσης,
απομένουν μόνες σ’ ένα αυστηρά συντηρητικό περιβάλλον. Στον Ματωμένο Γάμο η
Νύφη το σκάει την ημέρα του γάμου της, με τον Λεονάρδο, τον πραγματικό της
έρωτα, όπου τελικά μέσα σε μια πάλη με τον σύζυγό της, πεθαίνουν και οι δύο
νεαροί άντρες. Η Μπερνάρντα Άλμπα, προσπαθεί να σκοτώσει τον Πέπε, που για χάρη
του μαλώνουν τρείς αδελφές, με την Αδέλα, ν’ αυτοκτονεί και το σπίτι να
τυλίγεται για πάντα στο πένθος. Η Γέρμα σκοτώνει τον σύζυγό της, ο οποίος δεν
θέλει παιδιά, την υποτιμάει και την κακοποιεί ψυχολογικά και μέσα από έναν
σύντομο μονόλογο τρέλας, δηλώνει ελεύθερη και πλέον ξέγνοιαστη από την
βασανιστική σκέψη της τεκνοποίησης.
Ακόμα ένα σημαντικό κοινό στοιχείο και στα τρία έργα, είναι το ηλικιακό
χάσμα μεταξύ των γυναικών και πως βιώνουν μια τέτοια καταπίεση. Οι γηραιότερες,
φαίνεται να έχουν συμβιβαστεί με αυτές τις κοινωνικές νόρμες, ενώ συμβουλεύουν
τις νεαρές κοπέλες να κάνουν το ίδιο και να έχουν υπομονή και ανοχή στα καπρίτσια
του συζύγου τους. Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, σε μια στιγμή κακοποίησης μιας
νεαρής γυναίκας του χωριού από τους άντρες, η Μπερνάρντα Άλμπα φωνάζει την
υποστήριξη της σε τέτοιες συμπεριφορές, ζητώντας σκληρότερες τιμωρίες, ενώ η
ίδια ορίζει και τις ασχολίες των δύο φύλων, «η κλωστή και η βελόνα αρμόζει
στις γυναίκες και το καμτσίκι και μουλάρι στους άντρες». Στο ίδιο έργο η
υπηρέτρια του σπιτιού Πόνθια, περιγράφει στα κορίτσια την ζωή που είχε με τον
άντρα της, λέγοντας ότι είχε την κακιά συνήθεια να πίνει, να βγαίνει εκτός
ορίων και να την ξυλοφορτώνει, όμως τονίζει ότι ποτέ δεν εγκατέλειψε τον ίδιον
και το σπίτι, αναφέροντας ότι το ίδιο πρέπει να γίνεται και από τις νεαρές
κοπέλες. Στο βιβλίο Γέρμα, οι πλύστρες κουτσομπολεύουν την Γέρμα και τον Χουάν,
θεωρώντας ότι η Γέρμα αρχίζει να τρελαίνεται που δεν μπορεί να κάνει παιδιά.
Πιστεύουν ότι, είναι από αυτές τις σουρτούκες, τις αχαΐρευτες, τις
σουρλουλούδες ου φοβούνται να μην μεγαλώσει η κοιλιά τους. Αυτές που βάφονται
και αρωματίζονται και ψάχνουν για άντρες. Γενικότερα βλέπουμε τις νεαρές να
επαναστατούν ενάντια στην κακομεταχείριση με μια σημαντική σκηνή όπου η Αδέλα
αντιμετωπίζει την μητέρα της, Μπερνάρντα με θάρρος, σπάζοντας το μπαστούνι της,
σύμβολο εξουσίας στο έργο με το οποίο χτυπούσε τις κόρες τις σε στιγμές
ανυπακοής. Οι μεγαλύτερες ηλικιακά έχουν επαναπαυθεί, χωρίς βέβαια να
παραπονιούνται για την ζωή τους και όλα όσα πέρασαν, αντίθετα ενστερνίζονται
τέτοιες αντιλήψεις.
Ένα τελευταίο κοινό στοιχείο της τριλογίας είναι η υψηλή κοινωνικά θέση
του αντρικού φύλου, όπου κινείται ελεύθερα, χωρίς να λογοδοτεί στον
οικογενειακό του περίγυρο. Ο γάμος για τον άντρα σημαίνει να παντρευτεί την
γυναίκα που πραγματικά αγαπάει, θέτοντας ο ίδιος τα κριτήρια επιλογής και
έχοντας ο ίδιος τον κύριο λόγο στην οικονομική διαχείριση, αλλά και στην
οικογένεια. Για παράδειγμα ο Χουάν έχει αυτά που θέλει, δηλαδή, σπίτι και μια
υποταγμένη γυναίκα, αλλά ποτέ δεν θέλησε παιδιά και ακριβώς εδώ είναι και η
διαφωνία με την Γέρμα η οποία, απεγνωσμένα τον παρακαλεί να κάνουν έναν γιο,
επιθυμία που ποτέ δεν εκπληρώθηκε. Επίσης, ο Πέπε Ρομάνο μπαίνει στην
οικογένεια Άλμπα, ετοιμάζεται να παντρευτεί την Ανγκούστιας και ταυτόχρονα
ερωτοτροπεί και αφήνει έγκυο την αδελφή της, Αδέλα.
Εν κατακλείδι, μέσα από αυτή την θεατρική τριλογία
του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, αναδεικνύονται διαχρονικές θεματικές που αφορούν
την ισότητα φύλων και συνεπώς το
κοινωνικό χάσμα μεταξύ των δύο φύλων. Ο ισπανικός κάμπος μετατρέπεται σε
αρένα έρωτα και θανάτου, με του άντρες να πεθαίνουν πριν μαραθούν και τις
γυναίκες να προσπαθούν ν’ αντισταθούν σ’ ένα περιβάλλον το οποίο έχει ήδη
αποφασίσει την μοίρα τους. Οι περισσότερες στο τέλος φτάνουν στην τρέλα και γίνονται
πραγματικά θύματα μιας τέτοιας ανδροκρατούμενης κοινωνίας. Οι προσπάθειες των
νεαρών γυναικών για ανατροπή του φαλλοκρατικού καθεστώτος, πέφτουν στο κενό,
διότι οι ηλικιωμένες γυναίκες φαίνεται να υποστηρίζουν και ν’ αναπαράγουν
τέτοιες αντιλήψεις, χωρίς ίχνος συμπαράστασης, αλληλεγγύης και κυρίως ενσυναίσθησης προς τις νεαρές
κοπέλες του χωριού, παρότι και οι ίδιες κάποτε είχαν τραυματικές εμπειρίες
καταπίεσης που κάποιες φορές έγιναν και
κακοποίησης.
Παραπομπές:
1)Λόρκα, Φ.Γ. (2014). Ματωμένος
Γάμος. Αθήνα: Ηριδανός
2)Λόρκα, Φ.Γ. (2018). Γέρμα.
Αθήνα: Γράμματα
3)Λόρκα, Φ.Γ. (2014). Το σπίτι
της Μπερνάρντα Άλμπα. Αθήνα: Κέδρος
* Η Αναστασία Βάρελη είναι απόφοιτος του τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κύπρου / Ερευνήτρια